ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ : Αριθ . 1846/51 Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων ( ΦΕΚ 179/ Α /1-8-51) Άρθρον 6-15
ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ : Αριθ . 1846/51 Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων ( ΦΕΚ 179/ Α /1-8-51) Άρθρον 6-15
ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ : Αριθ . 1846/51 Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων ( ΦΕΚ 179/ Α /1-8-51) Άρθρον 6-15
ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ : Αριθ . 1846/51 Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων ( ΦΕΚ 179/ Α /1-8-51) Άρθρον 6-15
Συνέχισις
ασφαλίσεως συνταξιούχων κατά τας
ασθενείας
Άρθρο 6.
Τα παρά τω ΙΚΑ
ασφαλιζόµενα πρόσωπα δια τους κλάδους
ασθενείας και µητρότητος εις
χρήµα και εις δέος,
συνεχίζουσι δικαιούµενα των παροχών
των ανωτέρω κλάδων µετά την
διακοπήν της
ασφαλίσεώς των παρ’ αυτώ λόγω της
συνταξιοδοτήσεώς των παρ’ ειδικού
ταµείου, υφ’ ους
όρους και προϋποθέσεις δικαιούνται
τούτων και οι συνταξιούχοι του Ι.Κ.Α.,
εφ’ όσον πάντως
πρόκειται περί συνταξιούχων λόγω θανάτου
ή λόγω αναπηρίας ή
συµπληρωσάντων
το 60όν προκειµένου περί αρρένων και το
55όν προκειµένου περί θηλέων
έτος ηλικίας των.
Των αυτών δικαιωµάτων απολαύουν και τα
µέλη οικογενείας αποβιούντων ως
άνω ησφαλισµένων
του ΙΚΑ, εφ’ όσον χρόνον συνταξιοδοτούνται
παρ’ ειδικού Ταµείου.
Αι ανωτέρω διατάξεις
ισχύουν και δια τους µέχρι της ισχύος
του παρόντος
συνταξιοδοτηθέντας
παρ’ ειδικών Ταµείων ως άνω ησφαλισµένους
του Ι.Κ.Α. και τα µέλη
οικογενείας τούτων
εφ’ όσον συνταξιοδοτούνται κατά τα
ανωτέρω υπό του ειδικού Ταµείου.
Επέκτασις της
ασφαλίσεως.
Άρθρον 7.
∆ια κανονισµών
θέλει προσδιορισθή ο χρόνος και η εν
γένει διαδικασία περαιτέρω
επεκτάσεως της
ασφαλίσεως του ΙΚΑ, εις τα κατά τα άρθρα
2 και 3 του παρόντος πρόσωπα, ως
και αι υποχρεώσεις
αυτών και των τυχόν εργοδοτών. Η τοιαύτη
επέκτασις δύναται να γίνη είτε
συνολικώς και κατά
επαγγελµατικάς κατηγορίας ή κατά πόλεις
και οικισµούς, είτε κατά
συνδυασµόν αµφοτέρων
των κριτηρίων τούτων και δη, είτε δι’
άπαντας τους κλάδους της
ασφαλίσεως, είτε
δια τινας ή δια τινα µόνον εξ αυτών ή
και δι’ ωρισµένας µόνον κατηγορίας
παροχών ωρισµένου
κλάδου. Εν τη τελευταία ταύτη περιπτώσει,
µερικής εφαρµογής ωρισµένου
κλάδου της
ασφαλίσεως, δια του Κανονισµού ορίζονται
και τα καταβλητέα τµήµατα εισφορών
παρά των ησφαλισµένων
και των τυχόν εργοδοτών των.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β΄.
Γενικοί κανονισµοί
και όροι.
Εννοιαλογικοί
προσδιορισµοί.
Άρθρον 8.
Οι
κάτωθι εν τω παρόντι χρησιµοποιούµενοι
όροι σηµαίνουσιν αντιστοίχως:
1. Ησφαλισµένος
και ησφαλισµένοι: Τα πρόσωπα εκ των εν
τω άρθρω2 αναφεροµένων
τα µη εµπίπτοντα
εις τας εξαιρέσεις του άρθρου 3 και 4
υπαχθέντα εις την ασφάλισιν.
2. Ηµέραι εργασίας:
Τας ηµέρας καθ’ ας οι ησφαλισµένοι από
της υπαγωγής των εις την
ασφάλισιν του
Ι.Κ.Α. δικαιούνται αµοιβής εις χρήµα ή
εις είδος δι’ εργασίαν παρεχοµένην
κατά
τους ορισµούς των
άρθρων 2 του παρόντος ή καθ’ ας δικαιούνται
αµοιβής κατά την κειµένην
Νοµοθεσίαν άνευ
πραγµατικής παροχής των υπηρεσιών των
(στράτευσις, άδειαι) ή
προκειµένου περί
αυτοτελώς εργαζοµένων αι ηµέραι δι’
ας καταβάλλονται αι κεκανονισµέναι
εισφοραί.
3. Συνταξιούχοι:
Τους λόγους αναπηρίας ή γήρατος ή θανάτου
συνταξιούχους και τους
επιδοµατούχους
λόγω αναπροσαρµογής.
4. Ατύχηµα: Το εν
τη εργασία ή εξ αφορµής ταύτης βίαιον
συµβάν και την
επαγγελµατικήν
ασθένειαν.
5. Εργοδότης:
α΄) Τα φυσικά ή
νοµικά πρόσωπα δηµοσίου ή ιδιωτικού
δικαίου δια λογαριασµόν των
οποίων τα υπαγόµενα
εις την ασφάλισιν πρόσωπα προσφέρουν
την εργασίαν των.
β΄) Θεωρούνται ως
εργοδόται προκειµένου περί φορτώσεων
και εκφορτώσεων:
αα) Πλοίων, οι
οικείοι εφοπλισταί και οι πράκτορες
αλληλεγγύως, εκτός εάν αι
τοιαύται εργασίαι
εκτελούνται παρ’ Οργανισµών ∆ηµοσίου
∆ικαίου, οπότε ως εργοδότης
θεωρείται ο οικείος
Οργανισµός.
ββ) Χερσαίων και
εναερίων µεταφορών, αι οικείαι επιχειρήσεις
κατά τας διατάξεις
κανονισµού.
γ΄) ∆ια τας
οικοδοµικάς εργασίας ως εργοδόται
θεωρούνται, αλληλεγγύως ο κύριος
του ανεγειροµένου,
συµπληρουµένου, µεταρρυθµιζοµένου,
επισκευαζοµένου ή
κατεδαφιζοµένου
κτίσµατος και οι οικείοι εργολάβοι.
δ΄) Προκειµένου
περί ησφαλισµένων αυτοτελώς εργαζοµένων
ή τοιούτων µη εχόντων
σταθερόν εργοδότην
ή απασχολουµένων δια λογαριασµόν πολλών
εργοδοτών, εάν ούτοι
συνέστησαν
ασφαλιστικόν συνεταιρισµόν κατά το
Άρθρον 26 παρ. 2 ως εργοδότης θεωρείται
ο
Συνεταιρισµός
ούτος.
ε΄) ∆ι’ εργασίας,
επιχειρήσεις ή εκµεταλλεύσεις διεξαγοµένας
δια λογαριασµόν του
∆ηµοσίου, δυνάµει
παραχωρήσεως ή εργολαβίας, ως εργοδόται
θεωρούνται οι ανάδοχοι ή οι
εργολάβοι. Εις τας
ανωτέρω περιπτώσεις η αρµοδία δηµοσία
αρχή υποχρεούται όπως προ της
ολοκληρωτικής
εξοφλήσεως αξιοί την προσαγωγήν αυτή
βεβαιώσεως της οικείας υπηρεσίας
του Ι.Κ.Α. περί
εξοφλήσεως των προς τούτο οφειλοµένων
εισφορών, παρακρατούσα εν εναντία
περιπτώσει το
αντίστοιχον ποσόν και καταβάλλουσα
τούτο απ’ ευθείας προς το Ι.Κ.Α.
στ΄) Επί εργασιών
αίτινες επιχειρούνται υπό του κυρίου
αυτών δια µεσολαβούντων
προσώπων, άτινα
αναλαµβάνουσι την εκτέλεσιν τµήµατος
της εργασίας, εφ’ όσον τα
µεσολαβούντα
πρόσωπα προσλαµβάνουσι και αµείβουσι
τους εκτελεστάς αυτών, εργοδόται
είναι αλληλεγγύως
ο τε κύριος της εργασίας και πάντα τα
µεσολαβούντα πρόσωπα.
Α φ ά ν ε ι α
Άρθρον 9.
1. Πάντα τα κατά
τον παρόντα νόµον δικαιώµατα, τα οποία
έχουσι προϋπόθεσιν τον
θάνατον, γεννώνται
και επί αφανείας.
2. Θεωρείται τελούν
εν καταστάσει αφανείας το πρόσωπον περί
της εν τη ζωή
υπάρξεως του οποίου
ουδεµία αξιόπιστος είδησις ελήφθη κατά
την διάρκειαν ενός τουλάχιστον
έτους και ο θάνατος
αυτού καθίσταται σφόδρα πιθανός.
Περί ταύτης
αποφαίνεται τη αιτήσει του Ι.Κ.Α. το
Πρωτοβάθµιον Ασφαλιστικόν
∆ικαστήριον του
τόπου της τελευταίας απασχολήσεως του
αφάντου, αδιαφόρως εάν εκκρεµή ή
µη η κατά το Άρθρον
40 και επέκεινα του Αστικού Κώδικος
διαδικασία.
3. Εάν µεταγενεστέρως
βεβαιωθή δι’ αποφάσεως του αυτού
Πρωτοβαθµίου
Ασφαλιστικού
∆ικαστηρίου, εκδιδοµένης τη αιτήσει
του Ι.Κ.Α. και παντός έχοντος έννοµον
συµφέρον, ότι ο
κυρηχθείς ως άφαντος ευρίσκεται εν τη
ζωή, διακόπτονται δια το µέλλον πάσαι
αι επελθούσαι
συνέπειαι.
∆ια της αυτής
αποφάσεως του Πρωτοβαθµίου Ασφαλιστικού
∆ικαστηρίου, καθορίζεται
και η ηµεροµηνία
διακοπής των κατά τα ανωτέρω συνεπειών.
Η λ ι κ ί α
Άρθρον 10.
1. Κατά τον παρόντα
νόµον ως έτη ηλικίας λογίζονται τα
συµπεπληρωµένα τοιαύτα.
2. Η ηλικία
αποδεικνύεται µόνον δια ληξιαρχικής
πράξεως ή ελλείψει τοιαύτης δια
της εγγραφής εις
τα µητρώα αρρένων ή τα δηµοτολόγια.
Εν τη τελευταία
ταύτη περιπτώσει δύναται το ΙΚΑ ή το
ενδιαφερόµενος ν’ αµφισβητήση
την ακβρίβεια της
εγγραφής, ενώπιον του Πρωτοβαθµίου
Ασφαλιστικού ∆ικαστηρίου του
τόπου της κατοικίας
του ενδιαφεροµένου, όπερ καθορίζει το
έτος γεννήσεως του υπό κρίσιν
προσώπου, της κατ’
άλλην οιανδήποτε διαδικασίαν διορθώσεως
της εγγραφής µη υποχρεούσης
το Ι.Κ.Α. από της
ενάρξεως λειτουργίας των Ασφαλιστικών
∆ικαστηρίων.
3. Εφ’ όσον δεν
προσάγεται ληξιαρχική πράξις, εξ υπαρχής
συντεταγµένη ως ηµέρα
γεννήσεως λογίζεται
η 1η Ιανουαρίου του έτους της γεννήσεως.
4. Τα της αποδείξεως
της ηλικίας των αλλοδαπών ησφαλισµένων
καθορισθήσονται
δια Κανονισµού.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Γ΄
∆ιοικητική και
οικονοµική οργάνωσις.
Φορεύς της
ασφαλίσεως.
Άρθρον 11.
Η υπό του παρόντος
νόµου θεσπιζοµένη ασφάλισις συνεχίζεται
ασκουµένη δια πάντα τα
πρόσωπα του άρθρου
2 παρά του δια του Νόµου 6298/1934 συσταθέντος
Ιδρύµατος
Κοινωνικών
Ασφαλίσεων δηλουµένου εν τω παρόντι
δια των αρχικών του Ι.Κ.Α., όπερ
αποτελεί αυτόνοµον
Νοµικόν Πρόσωπον ∆ηµοσίου ∆ικαίου,
εδρεύον εν Αθήναις και τελούν
υπό την ανωτέραν
εποπτείαν του Κράτους, ασκουµένην υπό
του Υπουργού Εργασίας.
∆ιοικητικόν
Συµβούλιον
Άρθρον 12.
1. Το Ι.Κ.Α. διοικείται
υπό ∆ιοικητικού Συµβουλίου απαρτιζοµένου
εκ των
κατωτέρω 11 µελών.
α΄) Εκ τεσσάρων
αντιπροσώπων των ησφαλισµένων.
β΄) Εκ τεσσάρων
αντιπροσώπων των εργοδοτών.
γ΄) Εκ τριών ειδικών
επιστηµόνων εκ των οποίων ο εις ιατρός,
και οι έτεροι δύο
ειδικοί εις τα
οικονοµικά ή κοινωνικά θέµατα.
2. Άπαντα τα µέλη
του ∆ιοικητικού Συµβουλίου του Ι.Κ.Α.µετά
των αναπληρωτών
αυτών, οίτινες
δέον να έχουν τας ιδιότητας των
αναπληρουµένων, διορίζονται εντός
15νθηµέρου από της
ολοκληρώσεως των κατά τα κατωτέρω
υποδείξεων, δι’ αποφάσεως του
Υπουργικού
Συµβουλίου λαµβανοµένης προτάσει του
Υπουργού Εργασίας και δηµοσιευοµένης
εις την Εφηµερίδα
της Κυβερνήσεως
3. Τα υπό στοιχ. α΄
της παραγράφου 1 τακτικά µέλη του
Συµβουλίου και οι
αναπληρωταί τούτων
υποδεικνύονται υπό της Γ.Σ.Σ.Ε.
Τα υπό στοιχ. β΄
της παρ. 1 τακτικά µέλη του Συµβουλίου
και οι αναπληρωταί αυτών
υποδεικνύονται
ως ακολούθως:
α) δύο τακτικά µετά
των αναπληρωτών των υποδεικνύονται από
κοινού υπό του
Συνδέσµου Ελλήνων
Βιοµηχάνων και του Συνδέσµου Ελλήνων
Βιοµηχάνων και του
Συνδέσµου Βιοµηχάνων
Μακεδονίας, Θράκης, β) εν τακτικόν µετά
του αναπληρωτού του
υποδεικνύονται
από κοινού υπό των Επαγγελµατικών και
Βιοτεχνικών Επιµελητηρίων Αθηνών,
Πειραιώς και
Θεσσαλονίκης και γ) εν τακτικόν µετά
του αναπληρωτού του υποδεικνύονται από
κοινού υπό των
Εµπορικών Συλλόγων Αθηνών, Πειραιώς
και Θεσσαλονίκης.
Αι κατά τα ανωτέρω
υποδείξεις των υπό στοιχ. α΄ και β΄ µελών
του Συµβουλίου είναι
υποχρεωτικαί δια
τον Υπουργόν.
Εν περιπτώσει µη
υποδείξεως των υπό στοιχ. α΄ και β΄ µελών
παρά των οικείων
οργανώσεων εντός
10ηµέρου, αφ’ ης ζητηθή τούτο παρά του
Υπουργού Εργασίας, το
Υπουργικόν
Συµβούλιον δύναται προτάσει τούτου, να
προβή εις τον διορισµόν των µελών
τούτων ελευθέρως
και άνευ δεσµεύσεώς τινος.
4. ∆εν διορίζεται
ούτε δύναται ν’ αποτελή µέλος του
∆ιοικητικού Συµβουλίου :
α΄) Ο µη συµπληρώσας
το 25ον της ηλικίας του.
β΄) Ο ανίκανος ν’
αναλάβη ή να διατηρή ∆ηµόσιον λειτούργηµα.
γ΄) Ο διατελών εν
υπηρεσιακή σχέσει προς το Ι.Κ.Α.
δ΄) Ο διατελών
βουλευτής.
ε΄) Ο τελών εις
οιανδήποτε αξίαν λόγου οικονοµικήν
σχέσιν προς το ΙΚΑ.
ζ΄) Ο τελών εις
οιανδήποτε αξίαν λόγου οικονοµικήν
σχέσιν προς το ΙΚΑ.
στ΄) Ο µη έχων ή
παύσας να έχη οριστικώς την ιδιότητα
υφ’ ήν διωρισθή.
ζ΄) Ο καθυστερών
εισφοράς προς το ΙΚΑ.
∆ια τους ανωτέρω
λόγους τα µέλη του ∆ιοικητικού Συµβουλίου
εκπίπτουσι του
αξιώµατός των
αποφάσει του Υπουργού Εργασίας.
5. Η θητεία των
τακτικών και αναπληρωµατικών µελών του
∆ιοικητικού Συµβουλίου
του Ι.Κ.Α., όπερ
ανανεούται τµηµατικώς είναι εξαετής
εκτός των το πρώτων διορισθησοµένων
µελών ων η θητεία
δύναται κατά το κατωτέρω να είναι 2ετής
ή 4ετής, εφ’ όσον ήθελον
κληρωθή προς
αντικατάστασίν των κατά την πρώτην ή
δευτέραν διετίαν από του διορισµού του
πρώτου ∆.Σ. Η κατά
τα ανωτέρω τµηµατική ανανέωσις άρχεται
ήδη από της συµπληρώσεως
της πρώτης διετίας
από του διορισµού του πρώτου ∆.Σ.
Κατά την πρώτην
ως και κατά την δευτέραν διετίαν γίνεται
ανανέωσις ενός µέλους εξ
εκάστης κατηγορίας
δια κληρώσεως των αντικαταστατέων
µεταξύ των αρχικώς διορισθέντων
διενεργουµένης
υπό του ∆ιοικητικού Συµβουλίου την
τελευταίαν τριµηνίαν εκάστης διετίας.
Από της τρίτης
διετίας και εφεξής αντικαθίστανται οι
συµπληρούντες 6ετή θητείαν.
Οι εξερχόµενοι
είναι επαναδιοριστέοι.
Έκαστον µέλος του
∆ιοικητικού Συµβουλίου παραµένει εις
την θέσιν του και µετά την
λήξιν της θητείας
του µέχρι διορισµού του διαδόχου αυτού,
όστις δέον να λάβη χώραν εντός
τριών µηνών. Τα
εις αντικατάστασιν εκπιπτόντων ή
οπωσήδποτε αποχωρούντων διοριζόµενα
µέλη, διορίζονται
δια τον υπόλοιπον χρόνον της θητείας
των εκπεσόντων ή αποχωρησάντων
εκτός αν ο διορισµός
διενεργείται κατά το τελευταίο έτος
της θητείας του αντικαθισταµένου
µέλους οπότε ούτος
γίνεται δια την υπόλοιπον θητείαν τούτου
ηυξηµένην κατά έξ έτη.
6. ∆ια της περί
διορισµού των µελών του ∆.Σ. αποφάσεως
του Υπουργικού
Συµβουλίου ορίζεται
και ο Πρόεδρος αυτού µεταξύ των υπό
στοιχ. γ΄ µελών του Συµβουλίου
των ειδικών εις
τα οικονοµικά ή κοινωνικά θέµατα.
Το ∆ιοικητικόν
Συµβούλιον του Ι.Κ.Α. εκλέγει µεταξύ των
υπό στοιχεία α΄ και β΄ της
παραγράφου 1 µελών
του δύο Αντιπροέδρους, ένα εκ της τάξεως
των εργοδοτών και ένα εκ της
τάξεως των
ησφαλισµένων.
Ο Πρόεδρος και οι
Αντιπρόεδροι ασκούν το λειτούργηµά των
καθ’ όλην την διάρκειαν
της θητείας των.
Οι Αντιπρόεδροι αναπληρούν τον Πρόεδρον
απόντα, ελλείποντα ή
κωλυόµενον ως περί
τούτου θέλει ορίση ο Κανονισµός. Εκ των
δύο Αντιρπροέδρων, προηγείται
ο των ησφαλισµένων.
Εις τας συνεδριάσεις
του ∆.Σ. δύναται να παρίσταται άνευ
ψήφου, οσάκις κρίνει τούτο
σκόπιµον ο Υπουργός
Εργασίας όστις παριστάµενος προεδρεύει
του Συµβουλίου.
7. Άπαντα τα µέλη
του ∆ιοικ. Συµβουλίού και ο Κυβερνητικός
Επίτροπος
δικαιούνται εξόδων
κινήσεως κατά συνεδρίασιν. Ο Πρόεδρος
και οι Αντιπρόεδροι δικαιούνται
προσθέτως και
µηνιαίας παγίας αποζηµιώσεως. Αι ανωτέρω
αποζηµιώσεις ορίζονται δι’
αποφάσεως του
∆ιοικητικού Συµβουλίου του Ι.Κ.Α.
εγκρινοµένης υπό των Υπουργών
Εργασίας και
Οικονοµικών.
8. Το ∆.Σ. συνέρχεται
εις συνεδρίασιν προσκλήσει του Προέδρου
όστις καλεί αυτό
οσάκις κρίνει
τούτο αναγκαίον τουλάχιστον δε τρις
του µηνός ή επί τη εγγράφω αιτήσει τριών
τουλάχιστον µελών
ή του Γεν. ∆ιευθυντού ευρίσκεται δεν
εν απαρτία παρόντων εξ τουλάχιστον
µελών, µεταξύ των
οποίων ο Πρόεδρος ή ο έτερος των
Αντιπροέδρων και λαµβάνει αποφάσεις
δια της πλειοψηφίας
των παρόντων µελών και δια ψήφων ουχί
ολιγωτέρων των τεσσάρων.
Επί πλειοψηφίας
προκειµένου µεν περί φανεράς ψηφοφορίας
υπερισχύει η γνώµη υπέρ
ης εδόθη η ψήφος
του προεδρεύοντος, προκειµένου δε περί
µυστικής ψηφοφορίας η πρότασις
θεωρείται
απορριφθείσα.
9. Εν περιπτώσει
ελλείψεως δι’ οιανδήποτε αιτίαν µέχρι
τριών µελών του ∆.Σ.
δύναται τούτο να
συνεδριάζη και να λαµβάνη αποφάσεις
εγκαίρως ουχί όµως και πέραν των
τριών µηνών από
της ελλείψεως.
10. Εν περιπτώσει
σοβαρών παραβάσεων των υπό των ορισµών
του παρόντος νόµου ή
των εις εκτέλεσιν
τούτου εκδιδοµένων Κανονισµών, ως και
των διατάξεων, γενικωτέρας
σηµασίας ισχυόντων
νόµων, δύναται ο Υπουργός Εργασίας να
αιτήσεται την διάλυσιν του ∆.Σ.
παρά του Συµβουλίου
της Επικρατείας.
Εν περιπτώσει
διαλύσεως του ∆.Σ. του ΙΚΑ κατά τα ανωτέρω
και µέχρι του διορισµού
νέου ∆ιοικητικού
Συµβουλίου, όστις δέον να συντελεσθή
εντός τριών µηνών, η ∆ιοίκησις του
ΙΚΑ ανατίθεται
εις προσωρινήν Επιτροπήν αναλαµβάνουσαν
ένα Νοµικόν Σύµβουλον του
Κράτους,
υποδεικνυόµενον µετά του αναπληρωτού
του υπό του Προέδρου του Νοµικού
Συµβουλίου του
Κράτους, ως Πρόεδρον, ένα Συµβούλον του
Ελεγκτικού Συνεδρίου
υποδεικνυόµενον
ωσαύτως µετά του αναπληρωτού του υπό
του Προέδρου του Ελεγκτικού
Συνεδρίου τον
Πρόεδρον του Εµπορικού και Βιοµηχανικού
Επιµελητηρίου Αθηνών, µε
αναπληρωτήν του
τον νόµιµον αναπληρωτήν αυτού και τον
Γενικόν Γραµµατέα της Γ.Σ.Ε.Ε. µε
αναπληρωτήν του
τον νόµιµον αναπληρωτήν αυτού.
Η υπόδειξις των
δύο πρώτων και των αναπληρωτών των
γίνεται εντός 5 ηµερών από της
προς τούτο
προσκλήσεως του Υπουργού της Εργασίας
γινοµένης άµα τη δηµοσιεύσει της περί
διαλύσεως του ∆.Σ.
αποφάσεως, ο δε διορισµός απάντων των
µελών της επιτροπής ενεργείται
εντός ετέρων 5
ηµερών από της κοινοποιήσεως της
τελευταίας υποδείξεως δι’ αποφάσεως
του
Υπουργού Εργασίας,
δηµοσιευοµένης δια της Εφηµερίδος της
Κυβερνήσεως. Εν περιπτώσει µη
υποδείξεως των
δύο πρώτων µελών παρά των οικείων
Συµβουλίων εντός της ανωτέρω
πενθηµέρου
προθεσµίας ο Υπουργός Εργασίας ενεργεί
τον διορισµόν και άνευ υποδείξεως
τούτων.
∆ια την θητείαν
των µελών του ανασυγκροτουµένου ∆. Σ.
ισχύουν αι διατάξεις της παρ.
5 του παρόντος
άρθρου περί της µετά διετή θητείαν
τµηµατικής ανανεώσεως µέρους των µελών
αυτού.
11. Εν περιπτώσει
σοβαράς παραβάσεως των καθηκόντων του
υπό µέλους του ∆.Σ.
δύναται τούτο να
κηρύσσεται έκπτωτον κατά την ανωτέρω
διαδικασίαν. Ως σοβαρά παράβασις
θεωρείται και η
µη προσέλευσις άνευ αποχρώντος λόγου
εις πέντε εν συνεχεία συνεδριάσεις
του ∆.Σ. ή των
Επιτροπών εις ας µετέχει, καίπερ κανονικώς
προσκληθέν.
12. ∆ια κανονισµού
ορισθήσεται ειδικώτερον ο τρόπος
λειτουργίας του ∆.Σ. του ΙΚΑ.
13. Χρέη γραµµατέως
του ∆Σ και της περί ης η παρ. 10 επιτροπής
εκτελούν υπάλληλοι
του ΙΚΑ οριζόµενοι
υπό του Προέδρου του ∆Σ και της Επιτροπής.
Αρµοδιότης ∆
Συµβουλίου – Τοπικαί ∆ιοικητικαί
Επιτροπαί.
Άρθρον 13.
Το ∆Σ αποφασίζει
εφ’ όλων των γενικών ζητηµάτων διοικήσεως
και διαχειρίσεως του
Οργανισµού.
Ειδικώτερον :
1. Μελετά και
εισηγείται εις τον Υπουργόν Εργασίας
τα ληπτέα νοµοθετικά µέτρα
δια την βελτίωσιν
της οργανώσεως και λειτουργίας του
Ι.Κ.Α. και γενικώτερον του εν Ελλάδι
κρατούντος
συστήµατος κοινωνικής ασφαλίσεως.
2. Καταρτίζει τους
υπό του παρόντος νόµου προβλεποµένους
Κανονισµούς ως και
τοιούτους
ρυθµίζοντας:
α΄) Τα της εισπράξεως
των εισοφρών.
β΄) Τα της
τοποθετήσεως κεφαλαίων.
γ΄) Τα του τρόπου
και της διαδικασίας της πραγµατοποιήσεως
των πάσης φύσεως
ασφαλιστικών
παροχών.
δ΄) Τα της βαθµιαίας
επεκτάσεως της ασφαλίσεως και ιδρύσεως
Υπ/µάτων.
ε΄) Τα της προµηθείας
παντός είδους υλικού και εφοδίων,
µισθώσεως και αποκτήσεως
ακινήτων, ανεγέρσεως
και διασκευής κτιρίων.
στ΄) Τα του προσωπικού
εν γένει κατά τα υπό του παρόντος
ειδικώτερον οριζόµενα.
ζ΄) Τα της συνθέσεως
και οργανώσεως των υπηρεσιών του ΙΚΑ.
3. Εγκρίνει τον
προϋπολογισµόν και τον απολογισµόν του
ΙΚΑ ως και το
µαθηµατικόν
ισοζύγιον τούτου.
4. Λαµβάνει γνώσιν
των εκθέσεων Οικονοµικού ελέγχου κατά
τας διατάξεις
Κανονισµού.
5. Συγκροτεί
τακτικάς και ειδικάς εκτάκτους επιτροπάς
εκ µελών του ∆ιοικητικού
Συµβουλίου ή
ειδικών προσώπων ή και υπαλλήλων του
Ιδρύµατος προς προπαρασκευήν,
γνωµοδότησιν ή
διαχείρισιν και απόφασιν επί ζητηµάτων
αναγοµένων εις την αρµοδιότητά του
καθορίζον άµα τας
αρµοδιότητας των Επιτροπών τούτων και
την καταβλητέαν εις τους
µετέχοντας εις
αυτάς αποζηµίωσιν καθ’ ειδικώτερον
θέλει ορίσει ο Κανονισµός.
Το ∆.Σ. δύναται να
µεταβιβάζη µέρος των αρµοδιοτήτων του
εις ένα ή πλείονα των
µελών του προς
συστηµατικωτέραν παρακολούθησιν του
έργου του ΙΚΑ καθ’ α θέλει ορίσει
Κανονισµός.
6. Ελέγχει τας
σχετικάς προς την διοίκησιν και
διαχείρισιν του Ι.Κ.Α. πράξεις των
λοιπών οργάνων
τούτου προς τον σκοπόν εξασφαλίσεως
της νοµιµότητος και συµµορφώσεως
τούτων προς τον
νόµον, τους Κανονισµούς και τας αποφάσεις
αυτού. Προς τον σκοπόν τούτον
δικαιούται να
αναθέτη το έργον τούτο εφ’ όσον κρίνει
τούτο αναγακαίον εις ειδικευµένα
πρόσωπα δια µικρά
χρονικά διαστήµατα µη υπερβαίνοντα εν
συνόλω τους δύο µήνας εντός του
αυτού οικονοµικού
έτους δι’ έκαστον πρόσωπον.
7. Υποβάλλει άµα
τη λήξει του οικονοµικού έτους λεπτοµερή
έκθεσιν εις τον
Υπουργόν Εργασίας
επί των πεπραγµένων του Ι.Κ.Α.
8. Ο Πρόεδρος του
∆.Σ. εκπροσωπεί το Ίδρυµα εξωδίκως και
δικαστικώς. ∆ύναται,
αποφάσει του ∆.Σ.,
η εκπροσώπησις του Ιδρύµατος ν’
ανατίθεται και εις έτερον µέλος του
∆.Σ.
ή τον Γενικόν
∆ιευθυντήν ή ανώτερον υπάλληλον του
Ιδρύµατος.
9. Παρά τοις
σοβαρετέροις Υπ/µασι του ΙΚΑ, άτινα
θέλει ορίσεις Κανονισµός,
διορίζονται δι’
αποφάσεων του οικείου Νοµάρχου,
δηµοσιευοµένων δια της Εφηµερίδος της
Κυβερνήσεως Τοπικαί
∆ιοικητικαί Επιτροπαί εκ 5 ή 7 µελών
αναλόγως της σπουδαιότητος του
Υπ/τος και κατά
την περί τούτου απόφασιν του ∆.Σ. του
ΙΚΑ. Προκειµένου περί επταµελών
Τοπικών ∆ιοικητικών
Επιτροπών αύται απαρτίζονται εκ τριών
αντιπροσώπων των
ησφαλισµένων,
τριών αντιπροσώπων των εργοδοτών και
εξ ενός ειδικού περί τα ασφαλιστικά
ζητήµατα ή δηµοσίου
υπαλλήλου ή δικαστικού και προκειµένου
περί πενταµελών εκ δύο
αντιπροσώπων των
ησφαλισµένων, δύο αντιπροσώπων των
εργοδοτών και εξ ενός ειδικού περί
τα ασφαλιστικά
ζητήµατα ή δηµοσίου υπαλλήλου ή
δικαστικού.
Οι αντιπρόσωποι
των ησφαλισµένων και οι αναπληρωταί
τούτων λαµβάνονται
υποχρεωτικώς εκ
πίνακος περιλαµβάνοντος διπλάσιον
αριθµόν υποψηφίων (τακτικών και
αναπληρωµατικών)
υποβαλλοµένου εις το διορίζον όργανον
παρά της Γ.ΣΕ.Σ εντός 15ηµέρου
αφ’ ης ζητηθή παρά
τούτου και οι εκπρόσωποι των εργοδοτών
και οι αναπληρωταί των εκ
πίνακος περιλαµβάνοντος
διπλάσιον αριθµόν υποψηφίων (τακτικών
και αναπληρωµατικών)
υποβαλλοµένου εις
το διορίζον όργανον εντός 15ηµέρου
προθεσµίας, αφ’ ης ζητηθή παρά
τούτου, παρά των
περί ων η παρ. 3 του άρθρου 12 Επιµελητηρίων
και των Εµπορικών και
Βιοµηχανικών
τοιούτων της περιοχής του Υπ/τος και
καταρτιζοµένου από κοινού υπό τούτων.
Εν ελλείψει
Επιµελητηρίων και των τριών κατηγοριών
η υπόδειξις ενεργείται παρά των εν τη
περιοχή του υ/τος
λειτουργούντων τοιούτων. Εν περιπτώσει
µη εγκαίρου υποβολής προς το
διορίζον όργανον
των ανωτέρω πινάκων τούτο προβαίνει
εις τον διορισµόν των αντιπροσώπων
των ησφαλισµένων
και εργοδοτών κατά την κρίσιν του. Τα
ειδικά πρόσωπα ή δηµόσιοι
υπάλληλοι ή
δικαστικοί εκλέγονται ελευθέρως παρά
του διορίζοντος οργάνου. Η θητεία των
µελών των Τ∆Ε
ορίζεται εξαετής.
∆ια κανονισµού
ορισθήσεται ο τρόπος της λειτουργίας
των Τοπικών ∆ιοικητικών
Επιτροπών και τα
του Προεδρείου αυτών. Η διάταξις της
παραγράφου 7 του άρθρου 12 ισχύει
αναλόγως και δια
τας Τ∆Ε.
Αι Τοπικαί
∆ιοικητικαί Επιτροπαί µεριµνούν δια
την εύρυθµον διεξαγωγήν της
ασφαλίσεως εις
την περιφέρειάν των µελετούν τα κατά
τόπους ειδικά ζητήµατα και
υποβάλλουν εις το
∆ιοικητικόν Συµβούλιον του ΙΚΑ σχέδια
περί του προσφορωτέρου τρόπου
οργανώσεως της
ασφαλίσεως.
Προτείνουν εις το
∆ιοικητικόν Συµβούλιον του ΙΚΑ το
υγειονοµικόν πρόγραµµα του
Υπ/τος περιλαµβάνον
τον αριθµόν των ιατρείων, του υγειονοµικού
προσωπικού την σύναψιν
συµβάσεων µε
Νοσηλευτικά Ιδρύµατα κλπ και αναλαµβάνουν
µετά την έγκρισίν του την
εκτέλεσιν αυτού.
Καταρτίζουν και
υποβάλλουν σχέδια προϋπολογισµού του
Υποκαταστήµατος αναλόγως
του αριθµού των
ησφαλισµένων.
Προτείνουν τον
καθορισµόν της ασφαλιστικής περιοχής
του Υπ/τος.
Επιλαµβάνονται
της εξετάσεως των γενικής φύσεως
παραπόνων των ησφαλισµένων και
εργοδοτών εν σχέσει
µε την λειτουργίαν του Υπ/τος και
µεριµνούν δια την ικανοποίησίν των.
Μεριµνούν δια την
διαφώτισιν επί της φύσεως και των σκοπών
του θεσµού των κοινωνικών
ασφαλίσεων.
Μελετούν εν
συνεργασία µετά του ∆ιευθυντού του
Υπ/τος τας ανάγκας του Υπ/τος εις
χώρον και
εγκαταστάσεις και υποβάλλουν σχετικάς
εισηγήσεις εις την Γενικήν ∆/νσιν δια
την
απόκτησιν (ει’
αγοράς, εκχωρήσεως ή µισθώσεως) των
αναγκαιούντων προς τούτο οικοπέδων,
κτιρίων και
εγκαταστάσεων.
∆ιαπιστώνουν τας
παρά τη κοινή γνώµη κρατούσας αντιλήψεις
ως προς την λειτουργίαν
των υπηρεσιών του
Υποκαταστήµατος και τακτικώς ενηµερώνουν
σχετικώς το ∆ιοικητικόν
Συµβούλιον και
τον Γενικόν ∆ιευθυντήν επί του κατά
πόσον αι διάφοραι υπηρεσίαι του
Υποκαταστήµατος
ανταποκρίνονται προς τας ανάγκας των
ησφαλισµένων.
Αποφαίνονται επί
αιτήσεως θεραπείας κατά πάσης φύσεως
αποφάσεων του ∆/ντού του
Υπ/τος αφορωσών
την υπαγωγήν εις την ασφάλισιν, την
διάρκειαν της ασφαλιστικής σχέσεως,
τον υπολογισµόν
και την καταβολήν των εισφορών και την
πραγµατοποίησιν των
ασφαλιστικών
παροχών. Η ανωτέρω αρµοδιότης ασκείται
κατά τας διατάξεις των ισχυόντων
Κανονισµών µέχρις
ενάρξεως της λειτουργίας των Ασφαλιστικών
∆ικαστηρίων εν τη περιοχή
εκάστου Υπ/τος.
Συγκροτούν
επιτροπάς προµηθειών, παραλαβών,
στεγάσεως και οικοδοµικού
προγράµµατος καθ’
α θέλει ορίσει Κανονισµός.
Ασκούν πάσαν ετέραν
αρµοδιότητα ανατιθεµένην αυτοίς δια
των Κανονισµών.
Εις τας συνεδριάσεις
της Τοπικής ∆ιοικητικής Επιτροπής
συµµετέχει άνευ ψήφου ο
∆ιευθυντής του
Υπ/τος, εισηγούµενος τα διάφορα θέµατα.
Χρέη γραµµατέως
ταύτης εκτελεί εις των υπαλλήλων του
Υπ/τος, οριζόµενος υπό του
∆ιευθυντού του
Υπ/τος.
Υπηρεσίαι –
Γενικός ∆ιευθυντής
Άρθρον 14.
1. Αι υπηρεσίαι του
ΙΚΑ διακρίνονται εις Γενικήν ∆ιεύθυνσιν
και Υπ/µατα, καθ’ α θέλει
ορίσει Κανονισµός,
τηρουµένης πάντως της αρχής της
διοικητικής και ασφαλιστικής
αποσυγκεντρώσεως
των Υποκαταστηµάτων ως προς την οργάνωσιν
και λειτουργίαν των
κλάδων παροχών
ασθενείας και µητρότητος εις χρήµα και
εις είδος.
Ειδικώς δια τας
περιοχάς Αθηνών και Πειραιώς δύναται
να ορίζεται δια του Κανονισµού
ίδιον σύστηµα
οργανώσεως της ασφαλίσεως εν αυταίς,
επιτρεποµένης και της ιδρύσεως
πλειόνων
υποκαταστηµάτων ή παραρτηµάτων τούτων.
2. Ως Γενικός
∆ιευθυντής διορίζεται πρόσωπον
κεκτηµένον τα κάτωθι προσόντα :
α΄) Πτυχίον Νοµικής
Σχολής ή Σχολής Πολιτικών Επιστηµών
Πανεπιστηµίου ή της
Ανωτάτης Σχολής
Οικονοµικών και Εµπορικών Επιστηµών ή
αναλόγου Σχολής ισοτίµου
Ιδρύµατος της
αλλοδαπής.
β΄) Ειδίκευσιν εις
τα θέµατα της κοινωνικής πολιτικής και
πλην των ανωτέρω δεκαετή
τουλάχιστον
ευδόκιµον διοικητικήν πείραν κτηθείσαν
εις υπηρεσίας τοµέων της κοινωνικής
πολιτικής ή δεκαετή
προϋπηρεσίαν ως δηµοσίου υπαλλήλου εις
υπηρεσίας δι’ ων ασκείται
κοινωνική πολιτική.
3. Ο Γενικός
∆ιευθυντής διορίζεται δι’ αποφάσεως
του Υπουργικού Συµβουλίου,
δηµοσιευοµένης
δια της Εφηµερίδος της Κυβερνήσεως,
µεταξύ των εχόντων τα κατά την
προηγουµένην
παράγραφον προσόντα.
4. ∆ια την απόλυσιν
του Γενικού ∆ιευθυντού του ΙΚΑ προσωρινώς
ή οριστικώς
έχουσιν εφαρµογήν
τα ισχύοντα περί Γενικών ∆ιευθυντών
των Υπουργείων.
5. Παρά τω Ιδρύµατι
Κοιν. Ασφαλίσεων συνιστάται θέσις
Αναπληρωτού Γενικού
∆ιευθυντού του
Ιδρύµατος. Ως Αναπληρωτής Γενικού
∆ιευθυντού διορίζεται πρόσωπον
κεκτηµένον τα δια
τον Γενικόν ∆ιευθυντήν προβλεπόµενα
προσόντα. Ως προς την διαδικασίαν
διορισµού του
Αναπληρωτού Γενικού ∆ιευθυντού και
τους λόγους και την διαδικασίαν
απολύσεως αυτού
εφαρµόζονται αναλόγως τα περί του
Γενικού ∆ιευθυντού σχετικώς ισχύοντα.
6. Αι αρµοδιότητες
του Γενικού ∆ιευθυντού είναι αι εξής:
α΄) Προτείνει εις
το ∆.Σ. προς έγκρισιν σχέδια οργανώσεως
της όλης υπηρεσίας του
ΙΚΑ και Κανονισµών.
β΄) Προτείνει εις
το ∆.Σ. τον καθορισµόν του αριθµού των
θέσεων δι’ όλας τας
κατηγορίας των
θέσεων του ΙΚΑ.
γ΄) Επιµελείται
της συντάξεως των ζητουµένων παρά του
∆.Σ. εκθέσεων επί θεµάτων
αφορώντων την
οργάνωσιν και λειτουργίαν του ΙΚΑ και
γενικώτερον τον θεσµόν της
κοινωνικής
ασφαλίσεως δυνάµενος να υποβάλη σχετικάς
εκθέσεις προς το ∆.Σ. και
αυτεπαγγέλτως.
δ΄) Προπαρασκευάζει
και υποβάλλει εις το ∆.Σ. τον ετήσιον
προϋπολογισµόν και
απολογισµόν ως
και το ασφαλιστικόν ισοζύγιον κατά τους
ορισµούς του Κανονισµού.
ε΄) Μεριµνά συµφώνως
προς τας αποφάσεις του ∆.Σ. της διοικήσεως
της περιουσίας
του ΙΚΑ υποδεικνύων
τους προσφερωτέρους τρόπους επενδύσεως
αυτής εντός των πλαισίων
του παρόντος νόµου
και των οικείων Κανονισµών.
στ΄) Προΐσταται
πασών των υπηρεσιών του ΙΚΑ και ασκεί
έλεγχον και εποπτείαν επ’
αυτών κατά τας
διατάξεις των Κανονισµών, και εν γένει
διευθύνει τας υποθέσεις του
Οργανισµού και
λαµβάνει παν αναγκαίον κατάλληλον προς
εκτέλεσιν του παρόντος νόµου
µέτρον και εν γένει
ασκεί πάσαν εκ των Κανονισµών ανατιθεµένην
αυτώ αρµοδιότητα.
ζ΄) Ο Γενικός
∆ιευθυντής δύναται να µεταβιβάζη δι’
αποφάσεώς του τινάς των
αρµοδιοτήτων του,
προς ένα ή περισσοτέρους των υπαλλήλων
του ΙΚΑ, συµφώνως προς τας
διατάξεις του
Κανονισµού.
η΄) Έκαστος υπάλληλος
ασκών ανατεθείσας αυτώ δι’ αποφάσεως
του Γενικού
∆ιευθυντού κατά
τα ανωτέρω αρµοδιότητας υπόκειται εν
τη ασκήσει τούτων υπό τον έλεγχον
επίβλεψιν και
καθοδήγησιν του Γενικού ∆ιευθυντού.
θ΄) Κατά τας
συνεδριάσεις του ∆.Σ. παρίσταται άνευ
ψήφου ο Γενικός ∆ιευθυντής
εκτός των περιπτώσεων
καθ’ ας συζητούνται θέµατα σχετικά µε
την υπηρεσιακήν κατάστασιν
αυτού.
7. Από της αναλήψεως
των καθηκόντων του παρά του Αναπληρωτού
Γενικού
∆ιευθυντού όστις
υπαγόµενος απ’ ευθείας υπό του ∆.Σ. του
ΙΚΑ θα αναπληροί καθ’ απάσας
αυτού τας αρµοδιότητας
τον Γενικό ∆ιευθυντήν, ελλείποντα
απόντα ή κωλυόµενον ούτος θα
προΐσταται αµέσως
αντί του Γεν ∆ιευθυντού των διοικητικών
οικονοµικών και του προσωπικού
των υγειονοµικών
υπηρεσιών του Ιδρύµατος και αναλόγως
θα αποφασίζη ή εισηγήται εις τα
συλλογικά όργανα
του ΙΚΑ επί πάντων των εις την αρµοδιότητα
αυτού αναγοµένων κατά τα
ανωτέρω θεµάτων
αντί του Γεν. ∆ιευθυντού οσάκις ο
τελευταίος ούτος είναι αρµόδιος
συµφώνως προς τα
διατάξεις του παρόντος νόµου και των
Κανονισµών του Ιδρύµατος. Αι
λειπτοµέρειαι της
εφαρµογής της παρούσης διατάξεως
ορισθήσονται δια Κανονισµού.
Εν περιπτώσει
αµφισβητήσεων ως προς το αν θέµα τι
υπάγεται εις την αρµοδιότητα του
Γεν. ∆ιευθυντού
ή του Αναπληρωτού αυτού αποφασίζει
σχετικώς οριστικώς ο Πρόεδρος του
∆.Σ.
Ο Αναπληρωτής
Γενικού ∆ιευθυντού παρίσταται εις
πάσας τας συνεδριάσεις του ∆.Σ. ως
εισηγητής άνευ
ψήφου επί των εις τας αρµοδιότητας αυτού
αναγοµένων θεµάτων.
Μέχρι του διορισµού
και της αναλήψεως των καθηκόντων του
παρά του Αναπληρωτού
Γενικού ∆ιευθυντού
τας αρµοδιότητας τούτου ενασκεί ο
Γενικός ∆ιευθυντής του Ιδρύµατος.
8. Οι ∆ιευθυνταί
των Υποκ/των οριζόµενοι κατά τας διατάξεις
του οικείου
Κανονισµού,
αποφασίζουν κατά την ωσαύτως υπό των
Κανονισµών ορισθησοµένην
διαδικασίαν περί
της υπαγωγής εις την ασφάλισιν, της
διαρκείας της ασφαλιστικής σχέσεως και
της καταβολής των
εισφορών και της πραγµατοποιήσεως των
ασφαλιστικών παροχών, ως και
επί παντός ετέρου
θέµατος ορισθησοµένου δια του αυτού
κανονισµού.
Κυβερνητικός
Επίτροπος
Άρθρον 15.
1. Των συνεδριάσεων
του ∆ιοικητικού Συµβουλίου του Ι.Κ.Α.
µετέχει άνευ ψήφου, ως
Κυβερνητικός
Επίτροπος, ο Γενικός Γραµµατεύς του
Υπουργείου Εργασίας, αναπληρούµενος
υπό ανωτέρου
υπαλλήλου του Υπουργείου Εργασίας επί
βαθµώ τουλάχιστον ∆ιευθυντού
διοριζοµένου επί
τριετεί θητεία παρά του Υπουργού
Εργασίας.
2. Ο Κυβερνητικός
Επίτροπος παρακολουθεί την νοµιµότητα
των λαµβανοµένων υπό
του∆ιοικητικού
Συµβουλίου αποφάσεων δυνάµενος να
λαµβάνη τον λόγον επί παντός θέµατος
και να υποβάλη
προτάσεις. Εν περιπτώσει καθ’ ην ήθελεν
κρίνει ότι απόφασίς τις του ∆.Σ.
αντίκειται εις
τον παρόντα νόµον ή τους εις εκτέλεσιν
αυτού εκδοθησοµένους ή
διατηρουµένους
εν ισχύϊ δυνάµει του παρόντος Κανονισµούς
ο Κυβερνητικός Επίτροπος
δύναται είτε
προφορικώς διαρκούσης συνεδριάσεως
είτε δι’ εγγράφου ανακοινώσεως
κοινοποιουµένης
εις τον Γενικόν ∆ιευθυντήν και τον
Πρόεδρον του ∆.Σ. εντός 48 ωρών από
της λήψεως της
σχετικής αποφάσεως να ζητή την αναστολήν
της εκτελέσεως αυτής. Εντός της
αυτής 48ώρου
προθεσµίας ο Κυβερνητικός Επίτροπος
αναφέρει εγγράφως τα της διαφωνίας
του εις τον Υπουργόν
Εργασίας εις ον δύναται να υποβάλη τας
απόψεις του ∆.Σ. και ο
Πρόεδρος αυτού
εντός 48ώρου από της ανακοινώσεως της
διαφωνίας του Κυβερνητικού
Επιτρόπου εγγράφως
ή προφορικώς κατά τα ανωτέρω.
Εάν ο Υπουργός
Εργασίας συµφωνήση προς την γνώµην του
Κυβερνητικού Επιτρόπου,
ανακοινοί την
απόφασίν του εις τον Πρόεδρον του ∆.Σ.
και τον Γενικόν ∆ιευθυντήν εντός
7ηµέρου προθεσµίας
από της υποβολής εις αυτόν της διαφωνίας
παρά του Κυβερνητικού
Επιτρόπου
αναστελλοµένης της εκτελέσεως της
σχετικής αποφάσεως µέχρις ου αποφανθή
σχετικώς το
Υπουργικόν Συµβούλιον, εις ο εισάγεται
παρά του Υπουργού Εργασίας ο σχετικός
φάκελος εντός
15θηµέρου προς οριστικήν άρσιν της
διαφωνίας και όπερ αποφασίζει εντός
30ηµέρου.
Εάν ο Υπουργός
Εργασίας δεν ανακοινώση εις τον Πρόεδρον
του ∆.Σ. και τον Γενικόν
∆ιευθυντήν του
Ι.Κ.Α. την επί της διαφωνίας απόφασίν
του, εντός της ανωτέρω επταηµέρου
προθεσµίας ως
επίσης και όταν ούτος δεν ανακοινώση
αυτοίς την απόφασιν του Υπουργικού
Συµβουλίου εντός
της 30ηµέρου ως άνω προθεσµίας το ∆.Σ.
δύναται να διατάξη την εκτέλεσιν
της αποφάσεως.
3. Ο Κυβερνητικός
Επίτροπος παρίσταται και εις το Συµβούλιον
του άρθρου 23 του
παρόντος µε τας
αυτάς περί ων ανωτέρω αρµοδιότητος.
4. Αι συνεδριάσεις
του ∆ιοικητικού Συµβουλίου και των
ανωτέρω Συµβουλίων
θεωρούνται ως
νοµίµως γενόµεναι και εν απουσία του
Κυβερνητικού Επιτρόπου, εφ’ όσον
ούτος προσεκλήθη
κανονικώς και δεν προσήλθε.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Γράψτε τα σχόλια σας εδώ! Παρακαλούμε να είναι ευπρεπή!