Βρες στο logistika-grafeia : Φορολογία, Εργασιακά, Ασφαλιστικά, Λογιστικά θέματα

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2016

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ : Αριθ . 1846/51 Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων ( ΦΕΚ 179/ Α /1-8-51) Άρθρον 31-42

  Δεν υπάρχουν σχόλια
αρθρο 119 κανονισμος ασφαλισης ικα κανονισμός ασφάλισης ικα εταμ ν 825 78 νομος 1846/1951 κανονισμος ασφαλισης ικα αρθρο 18 ν. 2556/1997 εθνικο τυπογραφειο δσα

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ : Αριθ . 1846/51 Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων ( ΦΕΚ 179/ Α /1-8-51) Άρθρον 31-42


ΕΤΙΚΕΤΕΣ:  ασφαλιση,
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ: ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ: Αριθ. 1846/51 Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΦΕΚ 179/Α/1-8-51) ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
 Τελ.ενημέρωση: 

ΑΝ1846/51 Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων ( ΦΕΚ 179/ Α /1-8-51)

Ιατρική περίθαλψις
Άρθρον 31.
1. Εις τους ησφαλισµένους και τα µέλη της οικογενείας αυτών, τα αναφερόµενα εις το
Άρθρον 33, παρέχεται ιατρική περίθαλψις, εφ’ όσον ο ησφαλισµένος έχει πραγµατοποιήσει 50
τουλάχιστον ηµέρας εργασίας είτε κατά το προηγούµενον της ηµέρας της αναγγελίας της
ασθενείας ή της πιθανής ηµέρας τοκετού ηµερολογιακόν έτος, είτε κατά το τελευταίον προ της
τοιαύτης αναγγελίας 15µηνον, µη συνυπολογιζοµένων πάντως εις τας άνω 50 ηµέρας εργασίας
των κατά το τελευταίον ηµερολογιακόν τρίµηνον του 15µήνου πραγµατοποιηθεισών ηµερών
εργασίας.
ια κανονισµού ορισθήσεται ο τρόπος, παροχής της ιατρικής περιθάλψεως και η έκτασις
των παροχών. Ηµέραι, καθ’ ας ο ησφαλισµένος ελάµβανεν επίδοµα ανεργίας ή ασθενείας,
θεωρούνται ως ηµέραι εργασίας εν τη εννοία της παρούσης παραγράφου.
2. Οι συνταξιούχοι και οι επιδοµατούχοι λόγω αναπροσαρµογής και τα µέλη της
οικογενείας αυτών τα αναφερόµενα εις το Άρθρον 33, δικαιούνται ιατρικής περιθάλψεως κατά
τα διακανονισµού ορισθησόµενα εφ’ όσον χρόνον τυγχάνουν συντάξεως ή επιδόµατος
αναπροσαρµογής και επί εξ µήνας µετά τη λήξιν αυτών.
3. Ιατρική περίθαλψις, παρέχεται εφ’ όσον διαρκεί η ασθένεια έστω και αν εν τω µεταξύ
έπαυσε πληρούν το ησφαλισµένον πρόσωπον τας προϋποθέσεις της παραγράφου 1.
Περίθαλψις όµως δια νέαν περίπτωσιν ασθενείας, παρέχεται µόνον εφ’ όσον πληρούνται
αι προϋποθέσεις της παραγράφου 1.
4. Η ιατρική περίθαλψις περιλαµβάνει ιατρικάς φροντίδας, παρακλινικάς εξετάσεις
πάσης φύσεως, ειδικάς θεραπείας, φάρµακα, συνήθη και ειδικά θεραπευτικά µέσα και
προθέσεις, λουτροθεραπείαν καθώς και περίθαλψιν εις πάσης φύσεως θεραπευτήρια, ως
τοιούτων νοουµένων των ασύλων και των σανατορίων, εφ’ όσον παρίσταται ανάγκη, και εις ην
έκτασιν επιβάλλει η κατάστασις του ασθενούς. Αι ιατρικαί φροντίδες παρέχονται δωρεάν. Ως
προς τας λοιπάς παροχάς το ΙΚΑ δύναται να καθορίση δια κανονισµού ποσοστόν συµµετοχής
του ησφαλισµένου ή συνταξιούχου ή των εν άρθρω 33 αναφεροµένων µελών οικογενείας
τούτων εις την σχετικήν δαπάνην, µη δυναµένην να υπερβή το 1/4 ταύτης.
Η χρονολογία ενάρξεως χορηγήσεως των υπό του παρόντος νόµου προβλεποµένων επί
πλέον των του Ν. 6298/1934 κατηγοριών παροχών ιατρικής περιθάλψεως, θέλει καθορισθή δια
Κανονισµού, είτε ενιαίως δια το σύνολον αυτών, είτε κατά κατηγορίας, υποχρεουµένου πάντως
του Ι.Κ.Α. όπως ολοκληρώση την ιατρικήν περίθαλψιν µέχρι 31/12/52.
5. Εάν εν ελλείψει κλίνης ή άλλων θεραπευτικών εγκαταστάσεων δεν είναι δυνατή η
νοσηλεία ασθενούς φυµατικοού εις Σανατόριον, είτε γενικώς είτε δι’ όλον τον απαιτούµενον
χρόνον συµφώνως προς τα δεδοµένα της ιατρικής επιστήµης, δύναται να αναλαµβάνεται υπό
του Ι.Κ.Α. ή κατ’ οίκον νοσηλεία αυτού µέχρις ότου διαπιστωθή ιατρικώς ότι δεν χρήζει
σανατοριακής περιθάλψεως ή µέχρις ότου εξευρεθούν τα µέσα προς παροχήν τοιαύτης. Κατά
το διάστηµα τούτο ο ασθενής εκτός της πλήρους ιατρικής περιθάλψεως, η οποία παρέχεται
προς αυτόν κατ’ οίκον λαµβάνει επί πλέον τα βασικά είδη του καθηµερινού διαιτολογίου των
φυµατικών, του προβλεποµένου δια τους νοσηλευοµένους εις σανατόρια του ΙΚΑ ή δια
λογαριασµού τούτου εις έτερα τοιαύτα ή το αντίτιµον αυτών εις χρήµα συµφώνως προς τα δια
κανονισµού ορισθησόµενα.
Η παροχή των τροφίµων ή του αντιτίµου τούτων εξακολουθεί και επί 6 µήνας µετά την
έξοδον του ασθενούς εκ του σανατορίου ή την διαπίστωσιν της εκλείψεως της ανάγκης
σανατοριακής περιθάλψεως, προκειµένου περί νοσηλευοµένου κατά τα ανωτέρω κατ’ οίκον
ασχέτως προς το προβλεπόµενον υπό του άρθρου 38 χρηµατικόν επίδοµα ασθενείας.
6. Εάν εν τω τόπω διαµονής του ασθενούς δεν είναι δυνατή η νοσηλεία εν
Θεραπευτηρίω ή η παροχή των δεουσών ειδικών ιατρικών φροντίδων και γενικώς της δεούσης
ιατρικής περιθάλψεως ην απαιτεί η ασθένειά του, το ΙΚΑ συµµετέχει καθ’ ο µέτρον και υφ’
ους όρους και προϋποθέσεις θέλει ορίζει κανονισµός, εις τας δαπάνας προς µετάβασιν και
επιστροφήν του ασθενούς, εν ανάγκη δε και ενός συνοδού αυτού, εκ του τόπου της διαµονής
του εις το πλησιέστερον κέντρον, ένθα είναι δυνατόν να παρασχεθή εις αυτόν η δέουσα ιατρική
περίθαλψις.
7. Εις περίπτωσιν τοκετού ησφαλισµένης ή συνταξιούχοι ή συζύγου ησφαλισµένου ή
συνταξιούχοι η ιατρική περίθαλψις περιλαµβάνει την δέουσαν µαιευτικήν περίθαλψιν κατ’
οίκον, εν µαιευτηρίω ή θεραπευτηρίω, την παροχήν φαρµάκων κλπ. κατά τους διαγραφοµένους
παρά των Κανονισµών όρους.
Εις περίπτωσιν αδυναµίας παροχής µαιευτικής κατά τα ανωτέρω περιθάλψεως, χορηγείται
εφ’ άπαξ βοήθηµα οριζόµενον δι’ αποφάσεως του ∆.Σ. του Ι.ΚΑ., εις ποσόν ουχί πάντως
κατώτερον του 5πλασίου του τεκµαρτού ηµεροµισθίου της ανωτάτης ασφαλιστικής κλάσεως.
8. Ο τρόπος της παροχής των ιατρικών φροντίδων, αι σχέσεις Ι.Κ.Α. και ιατρών,
φαρµακοποιών και θεραπευτηρίων γενικώς, τα του καταλογισµού αυτών δι’ αδικαιολογήτως
πραγµατοποιηθείσας παροχάς, και παν έτερον σχετικόν θέµα, θέλουσι καθορισθή δια
Κανονισµού. ∆ια Κανονισµού θέλει επίσης ρυθµισθή ο τρόπος χορηγήσεως φαρµάκων,
δυναµένου του Ι.Κ.Α. να εισάγη, παρασκευάζη, αποθηκεύη και να χορηγή φάρµακα,
φαρµακευτικόν και υγειονοµικόν υλικόν, και παντός είδους προθέσεις εις τα δικαιούµενα
πρόσωπα. Το Ι.Κ.Α. ασκεί έλεγχον των παρεχοµένων φαρµάκων δια δειγµατοληψιών, ων τας
καθ’ έκαστον λεπτοµερείας θέλει ρυθµίζει κανονισµός.
9. Άπασαι αι περί ων το παρόν Άρθρον χρηµατικαί παροχαί αντικαταστάσεως εις είδος
τοιούτων, βαρύνουσι τον κλάδον παροχών ασθενείας και µητρότητος εις είδος.
10. Ειδικώς δια την παροχήν σανατοριακής περιθάλψεως ή των αντί ταύτης
αναφεροµένων εν παρ. 5 του παρόντος παροχών, απαιτείται εκτός των εν § 1 οριζοµένων
προϋποθέσεων και η πραγµατοποίησις εκ µέρους των ησφαλισµένου τριακοσίων πεντήκοντα
(350) τουλάχιστον ηµερών εργασίας κατά τα τέσσαρα προηγούµενα της ηµέρας της αναγγελίας
ηµερολογιακά έτη.
Ωσαύτως η ηµεροµηνία ενάρξεως της παροχής σανατοριακής περιθάλψεως εις µέλη
οικογενείας ησφαλισµένου ή συνταξιούχου λόγω αναπηρίας ή γήρατος ή επιδοµατούχου λόγω
αναπροσαρµογής δεν δύναται να ορισθή δια του Κανονισµού εις χρόνον προγενέστερον της 1
Ιανουαρίου 1954, µη εφαρµοζοµένης δια την παροχήν ταύτης της διατάξεως της παρ. 4 εδ.
δεύτερον του παρόντος άρθρου. ∆ι’ αποφάσεως του Υπουργικού Συµβουλίου, λαµβανοµένης
προτάσει του Υπουργού Εργασίας, η ως άνω ηµεροµηνία δύναται, εάν συντρέχουν σοβαροί
προς τούτο λόγοι να µετατίθεται µέχρι της 31 ∆εκεµβρίου 1954.
Έξοδα κηδείας.
Άρθρον 32.
1. Εις περίπτωσιν θανάτου ησφαλισµένου πληρούντος τας κατά το Άρθρον 35 εδ. β΄
προϋποθέσεις ή συνταξιούχου λόγω αναπηρίας ή γήρατος, καταβάλλεται εφ’ άπαξ βοήθηµα δι’
έξοδα κηδείας οριζόµενον δι’ αποφάσεως του ∆.Σ. και µη δυνάµενον να ορίζηται κατώτερον
του 8πλασίου του τεκµαρτού ηµεροµισθίου της ανωτάτης ασφαλιστικής κλάσεως. Το ανωτέρω
βοήθηµα καταβάλλεται και όταν ο θάνατος του ησφαλισµένου επήλθεν µετά µεν την έκλειψιν
των ανωτέρω προϋποθέσεων διαρκούντος όµως του χρόνου περιθάλψεώς του παρά του ΙΚΑ
συµφώνως τω άρθρω 31 παράγρ. 3 του παρόντος.
2. Τα έξοδα κηδείας καταβάλλονται εις την χήραν ή εάν δεν υπάρχη χήρα, εις τον κατά
την κρίσιν του ΙΚΑ επιµεληθέντα της κηδείας βαρύνουν δεν τον κλάδον παροχών ασθενείας
και µητρότητος εις χρήµα.
3. Επί περιπτώσεων θανάτου ησφαλισµένων ή συνταξιούχων ή µελών οικογενείας
τούτων νοσηλευοµένων εις θεραπευτήρια δια λογαριασµόν του ΙΚΑ εφ’ όσον ουδείς
εµφανίζεται όπως επιµεληθή της κηδείας, το ΙΚΑ αναλαµβάνει απ’ ευθείας, την επιµέλειαν
ταύτης.
Μέλη οικογενείας.
Άρθρον 33.
1. Προς εφαρµογήν των διατάξεων του άρθρου 31 τα κάτωθι πρόσωπα θεωρούνται µέλη
της οικογενείας του ησφαλισµένου ή του συνταξιούχου λόγω αναπηρίας ή γήρατος ή του
επιδοµατούχου λόγω αναπροσαρµογής.
α) Η σύζυγος, ή ο ανάπηρος και άπορος σύζυγος.
β) Τα άγαµα τέκνα (νόµιµα, νοµιµοποιηθέντα, αναγνωρισθέντα, υιοθετηθέντα, προγονοί)
και επί ησφαλισµένης ή θήλεος συνταξιούχοι λόγω αναπηρίας ή γήρατος ή επιδοµατούχου
λόγω αναπροσαρµογής και τα νόθα, µέχρι συµπληρώσεως του 18ου έτους της ηλικίας των.
γ) Η µήτηρ και ο ανάπηρος και άπορος πατήρ.
δ) Οι ορφανοί πατρός και µητρός έγγονοι και αδελφοί, ως και οι ορφανοί µόνον πατρός
ή µητρός αδελφοί ή έγγονοι, εφ’ όσον ο επιζών γονεύς λογίζεται κατά τα ανωτέρω ως µέλος
οικογενείας του ησφαλισµένου, µέχρι συµπληρώσεως του 18ου έτους της ηλικίας των και εφ’
όσον είναι άγαµοι.
2. Τα πρόσωπα τ’ αναφερόµενα εν τη προηγουµένη παραγράφω θεωρούνται ως µέλη της
οικογενείας του ησφαλισµένου ή του συνταξιούχοι ή του επιδοµατούχου λόγω
αναπροσαρµογής, εφ’ όσον συµβιούσι µετ’ αυτού και η συντήρησίς των, προκειµένου περί των
υπό στοιχεία β, γ και δ κατηγοριών, βαρύνει κυρίως αυτόν.
Θεωρείται ότι υπάρχει συµβίωσις και εάν δια σοβαρούς λόγους, ορισθησοµένους δια
κανονισµού, ο σύζυγος ή η σύζυγος ή τα τέκνα, δεν διαµένουσι προσωρινώς υπό την αυτήν
στέγην.
3. ∆ύναται κατά τας διατάξεις Κανονισµού, η ιατρική περίθαλψις να παρέχηται εν όλω ή
εν µέρει εις τα τέκνα και µετά την συµπλήρωσιν του κατά την παράγραφον 1 ορίου ηλικίας, εφ’
όσον είναι ανίκανα προς πάσαν εργασίαν.
Εργατικόν ατύχηµα και επαγγελµατική νόσος.
Άρθρον 34.
1. ∆ια την χορήγησιν των παροχών της ασφαλίσεως, δεν απαιτείται η συµπλήρωσις των
καθοριζοµένων εν άρθροις 28, 31, 32 και 35 ηµερών εργασίας, εάν το γεγονός το θεµελιούν το
εις παροχάς δικαίωµα οφείλεται εις βίαιον συµβάν, επελθόν κατά την εκτέλεσιν της εργασίας ή
εξ αφορµής αυτής ή εις επαγγελµατικήν ασθένειαν. Εάν το γεγονός το θεµελιούν το εις παροχάς
δικαίωµα οφείλεται εις βίαιον συµβάν µη επελθόν όµως εν τη εκτελέσει ή εξ αφορµής της
εργασίας δια την χορήγησιν των ανωτέρω παροχών αρκεί η συµπλήρωσις του ηµίσεως µόνον
αριθµού ηµερών εργασίας των υπό των ανωτέρω άρθρων οριζοµένων.
ια κανονισµού ορισθήσεται ο τρόπος, ο χρόνος και η διαδικασία της βεβαιώσεως των
ατυχηµάτων και επί επαγγελµατικών ασθενειών το είδος αυτών.
ια κανονισµού θέλουσιν ορισθή ωσαύτως αι επιχειρήσεις και τα ελάχιστα όρια χρόνου
διαρκείας της εργασίας εις αυτάς, δια την απόκτησιν δικαιώµατος επί των ασφαλιστικών
παροχών λόγω επαγγελµατικής ασθενείας κατά τα ανωτέρω.
2. Εάν δια δικαστικής αποφάσεως βεβαιούται, ότι το ατύχηµα εν τη εκτελέσει της
εργασίας ή εξ αφορµής αυτής, οφείλεται εις δόλον του εργοδότου ή του υπ’ αυτού
προστηθέντος προσώπου, ο εργοδότης υποχρεούνται όπως καταβάλη :
α) Εις το ΙΚΑ πάσαν την δαπάνην τούτου, την προκληθείσαν εκ της λόγω του
ατυχήµατος χορηγήσεως παροχών και
β) Εις τον παθόντα ή εν περιπτώσει θανάτου τούτου εις τα κατά το Άρθρον 28 πρόσωπα,
την διαφοράν µεταξύ του ποσού της κατά τον Αστικόν Κώδικα ανηκούσης αυτοίς
αποζηµιώσεως και του ολικού ποσού των κατά τον παρόντα νόµον χορηγητέων αυτοίς
παροχών.
ια κανονισµού ορισθήσεται ο τρόπος υπολογισµού των εν εδαφίω α΄ της παραγράφου
ταύτης δαπανών.
Επίδοµα ασθενείας και ανεργίας.
Άρθρον 35.
Ο ησφαλισµένος δικαιούνται επιδόµατος ασθενείας, εάν δε παρέχη εξηρτηµένην εργασίαν
και επιδόµατος ανεργίας, εφ’ όσον συντρέχουσιν αι κάτωθι προϋποθέσεις:
α) ∆εν λαµβάνει σύνταξιν εκ του Ι.Κ.Α.
β) Επραγµατοποίησε 100 τουλάχιστον ηµέρας εργασίας προκειµένου περί παροχής
επιδόµατος ανεργίας, κατά το ηµερολογιακόν έτος, το αµέσως προηγούµενον της αναγγελίας
της ασθενείας ή της ανεργίας ή κατά το προηγούµενον της τοιαύτης αναγγελίας 15µηνον, µη
συνυπολογιζοµένων εν τη τελευταία ταύτη περιπτώσει εις τας άνω 100 ή 150 ηµέρας εργασίας
των πραγµατοποιηθεισών κατά το τελευταίον ηµερολογιακόν τρίµηνον του 15µήνου.
Προκειµένου περί εποχιακώς εργαζοµένων µισθωτών, δύναται δια Κανονισµού ο κατά τα
ανωτέρω απαιτούµενος δια την χορήγησιν επιδόµατος ανεργίας αριθµός ηµερών εργασίας, να
µειούται µέχρις 75 κατά κατώτατον όριον. ∆ια του αυτού Κανονισµού ορισθήσονται και αι
κατηγορίαι των µισθωτών, οίτινες χαρακτηρίζονται ως εποχιακώς εργαζόµενοι.
γ) Συνεπεία ασθενείας, µη οφειλοµένης εις πταίσµα αυτού, απέχει της εργασίας αυτού, ή
τυγχάνει άνεργος.
δ) Η αποχή λόγω ασθενείας εκ της εργασίας διήρκεσε πλέον των τριών τουλάχιστον
ηµερών ή η ανεργία διήρκεσε πλέον του 15θηµέρου από της αναγγελίας των εις το Ι.Κ.Α. και
επί αυτοτελώς εργαζοµένου ή προαιρετικώς συνεχίζοντος την ασφάλισιν συµφώνως τω άρθρω
41, η ασθένεια διήρκεσε πλέον του υπό Κανονισµού ορισθησοµένου χρόνου, εκτός εάν ο
ησφαλισµένος εισήχθη εις Θεραπευτήριον, οπότε από της εισαγωγής του εφαρµόζονται αι επί
των παρεχόντων εξηρτηµένην εργασίαν διατάξεις.
Άρθρον 36.
1. Το ΙΚΑ υποχρεούται να εξευρίσκη κατάλληλον εργασίαν δια των γραφείων ευρέσεως
εργασίας εις τους ησφαλισµένους.
Μέχρις εξευρέσεως καταλλήλου εργασίας, καταβάλλεται επίδοµα ανεργίας, υπό τας
ακολούθους προϋποθέσεις:
α) Εάν είναι ικανός προς εργασίαν και ελεύθερος να παράσχη ταύτην.
Ο ησφαλισµένος θεωρείται πληρών την προϋπόθεσιν ταύτην κατά τον χρόνον της
επαγγελµατικής µετεκπαιδεύσεως, κατά τους υπό των σχετικών κανονισµών τιθεµένους
περιορισµούς.
β) Εάν ενεγράφη ως άνεργος εις το αρµόδιον γραφείον ευρέσεως εργασίας του Ι.Κ.Α.ως
δια κανονισµού ορισθήσεται, και παρουσιάζεται ανελλιπώς εις τούτο, εκτός εάν δια του
κανονισµού προβλεφθή απαλλαγή από της τελευταίας ταύτης υποχρεώσεως, εις τας
περιπτώσεις, καθ’ ας ήθελε κριθή ότι η εφαρµογή της είναι καταπιεστική δια τον άνεργον ή δεν
εξυπηρετεί τον υπό ταύτης επιδιωκόµενον σκοπόν.
γ) Ησφαλισµένος αδικαιολογήτως µη συµµορφούµενος προς την υποχρέωσιν είτε περί
υποβολής αιτήσεως προς εύρεσιν εργασίας, είτε περί αποδοχής καταλλήλου εργασίας
προσφεροµένης αυτώ, δεν δικαιούται επιδόµατος δια την εβδοµάδα καθ’ ην δεν συνεµορφώθη
προς τας υποχρεώσεις ταύτης, ή αναλόγως των εκάστοτε περιπτώσεων κατά την κρίσιν του
αρµοδίου ασφαλιστικού οργάνου και δια περίοδον µακροτέραν µη υπερβαίνουσαν όµως τας
τέσσαρας εβδοµάδος τας εποµένας ταύτης.
2. Προς καθορισµόν της καταλληλότητος της προσφεροµένης εργασίας και διαπίστωσιν
της δεδικαιολογηµένης ή µη αρνήσεως αποδοχής ταύτης, κατά τας ως άνω διατάξεις,
λαµβάνεται υπ’ όψει και η έκτασις των εκ ταύτης κινδύνων υγείας, ασφαλείας και ηθικής του
ησφαλισµένου, αι σωµατικαί και πνευµατικαί του ικανότητες και η προηγουµένη
επαγγελµατική του προπαίδευσις, η πείρα τούτου και αι προηγούµεναι αποδοχαί του, η
διάρκεια της ανεργίας του, αι πιθανότητες ευρέσεως εργασίας της ειδικότητός του, η απόστασις
από της κατοικίας του ένθα προσφέρεται αυτώ εργασία και αι πιθανότητες εξευρέσεως
εργασίας εις τον τόπον της κατοικίας του.
Κανονισµός θέλει προβλέψει την δυνατότητα µετακινήσεως δαπάναις του ΙΚΑ του
ανέργου εις άλλας περιφερείας, όπου υπάρχει κατάλληλος προς ανάληψιν εργασίας.
3) Τηρουµένων των λοιπών προϋποθέσεων του παρόντος δεν θεωρείται αδικαιολόγητος
άρνησις αποδοχής προσφεροµένης εργασίας, συνεπαγοµένη στέρησιν δια του παρόντος
προβλεποµένου επιδόµατος.
α) Εάν η προσφερόµενη θέσις είναι κενή λόγω απεργίας, λόκ άουτ ή άλλης συλλογικής
διαφοράς εργασίας.
β) Εάν αι αποδοχαί, αι ώραι, ή έτεραι συνθήκαι της προσφεροµένης εργασίας, είναι
ουσιωδώς µειονεκτικώτεραι εις όµοιας εργασίας εν τη περιοχή.
γ) Εάν δια την πρόσληψίν του εις την προσφεροµένην εργασίαν τίθενται περιοριστικοί
όροι της συνδικαλιστικής του ελευθερίας.
4) Αι ηµέραι απεργίας δεν επιδοτούνται.
5) Το επίδοµα διακόπτεται πέντε ηµέρες µετά την αδικαιολόγητον άρνησιν της
προφερθείσης εργασίας.
6) Ησφαλισµένος αυτοβούλως εγκαταλείπων την εργασίαν άνευ αποχρώσης αιτίας
στερείται του επιδόµατος ανεργίας.
7) Αναστέλλεται η παροχή του επιδόµατος ανεργίας, εις τον όστις ανέλαβεν οιανδήποτε
αυτοτελή ή εξηρτηµένην εργασίαν. Μετά την λήξιν της ως άνω απασχολήσεως του
ησφαλισµένου, συνεχίζεται η παροχή του επιδόµατος εφ’ όσον η λήξις λάβη χώραν εντός του
έτους της επιδοτήσεως ως καθορίζεται υπό του άρθρου 38. Ο ησφαλισµένος υποχρεούται όπως
αναγγείλη εντός δύο ηµερών εις το Ι.Κ.Α. την κατά τ’ ανωτέρω απασχόλησίν του υποκείµενος
άλλως εις την ποινήν του άρθρου 54 παράγρ. Ι, α.
8) Αναστέλλεται η καταβολή του επιδόµατος ανεργίας δια χρόνον από πέντε µέχρι
τριάκοντα ηµερών, επιτρεποµένης και της οριστικής διακοπής αυτού, εν περιπτώσει καθ’ ην ο
επιδοτούµενος άνεργος άνευ αποχρώντος λόγου δεν συµµορφούνται προς τας υποδείξεις του
Ι.Κ.Α.
Η λήψις συντάξεως ή επιδόµατος, εξαιρουµένων των επιδοµάτων λοχείας, κυοφορίας και
θηλάσεως των χορηγουµένων παρ’ οιουδήποτε Ασφαλιστικού Οργανισµού, συνεπάγεται
αναστολήν της καταβολής του επιδόµατος ανεργίας.
Εάν το επίδοµα ανεργίας είναι ανώτερον της συντάξεως ή του επιδόµατος, ο
ησφαλισµένος λαµβάνει την επί πλέον διαφοράν.
Βάσις υπολογισµός χρηµατικών παροχών.
Άρθρον 37.
ια τον υπολογισµόν των υπό του παρόντος νόµου προβλεποµένων παροχών, το ύψος των
οποίων εξαρτάται εκ του τεκµαρτού ηµεροµισθίου της ασφαλιστικής κλάσεως, εις ην ανήκει ο
ησφαλισµένος, ως βάσις λαµβάνεται:
α) ∆ια τον υπολογισµόν των επιδοµάτων ασθενείας ή ανεργίας, το τεκµαρτόν
ηµεροµισθίον της ασφαλιστικής κλάσεως εις ης ανήκεν ο ησφαλισµένος κατά τας περισσοτέρας
ηµέρας εργασίας εκ των 30 τελευταίων ηµερών απασχολήσεώς του, διαρκούντος του
ηµερολογιακού έτους του αµέσως προηγουµένου εκείνου καθ’ ον έλαβε χώραν ή αναγγελία της
ανικανότητος ή της ανεργίας.
β) ∆ια τον υπολογισµόν των συντάξεων λόγω αναπηρίας και γήρατος και του επιδόµατος
αναπροσαρµογής, το τεκµαρτόν ηµεροµίσθιον της ασφαλιστικής κλάσεως εις ην ανήκεν ο
ησφαλισµένος κατά τας περισσοτέρας ηµέρας εργασίας των τελευταίων δύο ηµερολογιακών
ετών, των αµέσως προηγουµένων του έτους, καθ’ ο υπεβλήθη η αίτησις περί συνταξιοδοτήσεως
ή περί απονοµής του επιδόµατος ασθενείας, οσάκις
γ) ∆ια τον υπολογισµόν του επιδόµατος ασθενείας, οσάκις ή ανικανότης οφείλεται εις
εργατικόν ατύχηµα ή εις επαγγελµατικήν ασθένειαν, εν µεν τη πρώτη περιπτώσει το τεκµαρτόν
ηµεροµίσθιον της ασφαλιστικής κλάσεως, εις ην ανήκεν ο ησφαλισµένος κατά την ηµέραν του
ατυχήµατος, εν δε τη δευτέρα περιπτώσει κατά την τελευταίαν ηµέραν εργασίας.
Ποσόν επιδόµατος ασθενείας.
Άρθρον 38.
1) Το ποσόν του επιδόµατος ασθενείας και ανεργίας ισούται προς τα 50% του τεκµαρτού
ηµεροµισθίου της ασφαλιστικής κλάσεως εις ην ανήκει ο ησφαλισµένος κατά το Άρθρον 37 του
παρόντος.
2) Το κατά την προηγουµένην παράγραφον ποσόν επιδόµατος ασθενείας και ανεργίας
προσαυξάνεται κατά 10% δι’ έκαστον προστατευόµεον παρά του επιδοµατούχου µέλος
οικογενείας του εκ των άρθρω 33 αναφεροµένων.
Εν ουδεµιά όµως περιπτώσει το ποσόν του ηµερησίου επιδόµατος µετά των
προσαυξήσεων λόγω οικογενειακών επιδοµάτων, δύναται να είναι ανώτερον του τεκµαρτού
ηµεροµισθίου της VIης µισθολογικής κλάσεως, ουδέ του 70% του ηµεροµισθίου της
ασφαλιστικής κλάσεως βάσει της οποίας υπολογίζεται το επίδοµα.
3) Το επίδοµα ανεργίας καταβάλλεται προκειµένου περί ησφαλισµένων παρεχόντων
εξηρτηµένην εργασίαν από της 4ης ηµέρας και προκειµένου περί προαιρετικώς συνεχιζόντων
την ασφάλισιν ή αυτοτελώς εργαζοµένων ησφαλισµένων και υπό την επιφύλαξιν της
τελευταίας διατάξεως του εδαφίου δ΄ του άρθρου 35 (εισαγωγή εν Θεραπευτηρίω), από της υπό
Κανονισµού ορισθησοµένης ηµέρας εργασίας µετά την αναγγελίαν της ανικανότητος εις την
υπηρεσίαν του Ι.Κ.Α. Το επίδοµα δεν καταβάλλεται δια πλείονας των 180 ηµέρας, είτε συνεχώς
είτε διακεκοµµένως, εντός του αυτού ηµερολογιακού έτους, εκτός εάν η ανικανότης οφείλεται
εις φυµατίωσιν, ότε το επίδοµα παρατείνεται µέχρι 360 ηµερών.
Το επίδοµα ανεργίας καταβάλλεται, από της 16ης ηµέρας, αφ’ ης ανηγγέλθη εις το ΙΚΑ η
περιέλευσις του ησφαλισµένου εις ανεργίαν και επί 180 το πολύ ηµέρας είτε συνεχώς είτε
διακεκοµµένως εντός εκάστου ηµερολογιακού έτους.
Ο κατά τας ανωτέρω διατάξεις χρόνος αναµονής, ο µεσολαβών µεταξύ της αναγγελίας της
ανικανότητος ή της ανεργίας και της πραγµατικής ενάρξεως καταβολής του επιδόµατος, δεν
τηρείται ειµή κατά την δια πρώτην φοράν εντός εκάστου ηµερολογιακού έτους επιδότησιν λόγω
ασθενείας και λόγω ανεργίας.
Επί συνεχιζοµένης ανικανότητος λόγω ασθενείας ή ανεργίας µετά την λήξιν του
ηµερολογιακού έτους, καθ’ ο ησφαλισµένος ήρχισεν να επιδοτήται χωρίς ούτος να έχη
συµπληρώσει το κατά τα ανωτέρω ανώτατον χρόνον επιδοτήσεως των 180 ή 360 ηµερών, ο
ησφαλισµένος εξακολουθεί δικαιούµενος του επιδόµατος µέχρι συµπληρώσεως του ορίου
τούτου, αδιαφόρως αν πληροί ή µη τας κατά το Άρθρον 35 εδάφιον Β΄ χρονικάς προϋποθέσεις
και κατά το ηµερολογιακόν έτος καθ’ η ήρξατο η επιδότησις
4) Το Ι.Κ.Α. δικαιούται να αναστείλη, κατά τον εκδοθησόµενον σχετικόν Κανονισµόν,
την πληρωµήν του επιδόµατος ασθενείας, εφ’ όσον διαπιστωθή προσηκόντως ότι ο δικαιούχος
επεδείνωσε την κατάστασίν του συνεπεία µη τηρήσεως των υποχρεώσεών του περί της
οφειλοµένης συµπεριφοράς των ασθενών ή δεν συνεµορφώθη προς τα υποδειχθέντα µέτρα
προς βελτίωσιν της καταστάσεώς του.
5) Το επίδοµα ασθενείας και ανεργίας καταβάλλεται και δια τας µη εργασίµους ηµέρας.
Επιδόµατα µητρότητας
Άρθρον 39.
Η ησφαλισµένη δικαιούται παρά του ΙΚΑ επί 42 ηµέρας προ της πιθανής ηµέρας τοκετού
και επί ίσον χρόνον µετ’ αυτόν επιδόµατος κυοφορίας και λοχείας ίσου προς το βασικόν
επίδοµα ασθενεάις, µετά των τυχόν προσαυξήσεων λόγω οικογενειακών βαρών εφ’ όσον απέχει
της εργασίας της. Το ως άνω επίδοµα καταβάλλεται και δια τας µη εργασίµους ηµέρας.
ια τα επιδόµατα κυοφορίας και λοχείας, δεν ισχύουν οι εν άρθρω 38 προβλεπόµενοι
περιορισµοί, όσον αφορά το ανώτατον όριον κατά ποσόν του επιδόµατος ασθενείας.
Τα επιδόµατα κυοφορίας και λοχείας εν ουδεµιά περιπτώσει δύνανται να είναι κατώτερα
του τεκµαρτού ηµεροµισθίου της 1ης ασφαλιστικής κλάσεως.
ια την παροχήν των ανωτέρω επιδοµάτων δέον όπως η ησφαλισµένη επραγµατοποίησε
200 τουλάχιστον ηµέρας εργασίας κατά τα δύο τελευταία έτη τα προηγούµενα της πιθανής
ηµέρας τοκετού.
Εξόφλησις ειδική, προστασία και παραγραφή παροχών.
Άρθρον 40.
1. Αι παροχαί του Ι.Κ.Α., εκτός αν άλλως ο Νόµος ρητώς ορίζη καταβάλλονται εις
χρόνον και κατά τρόπον καθοριζόµενον δια κανονισµού, όστις θέλει προβλέψει και περί της
στρογγυλεύσεως των ποτών εις χρήµα παροχών ως και των εισφορών.
2. Αιτήσεις προς απονοµήν παροχών ή εξόφλησις των εις χρήµα τοιούτων δεν
υπόκεινται εις τέλος χαρτοσήµου, ουδ’ εις πληρωµήν οιουδήποτε φόρου.
Πάσαι αι πράξεις δικαστικαί, διοικητικαί και εξώδικοι προς αναγνώρισιν, δικαστικήν
επιδίωξιν ή πραγµατοποίησιν των εν λόγω παροχών απαλλάσσονται παντός τέλους των δια
πληρεξούσια καταβλητέων συµβολαιογραφικών δικαιωµάτων µη δυναµένων να υπερβώσι το
1/3 των νοµίµων. ∆ύναται δια Κανονισµού να επιτραπή, υφ’ ωρισµένας προϋποθέσεις η
προσαγωγή ιδιωτικών πληρεξουσίων.
3. Απαγορεύεται η δωρεά εν ζωή, ή η κατάσχεσις ή η εκχώρησις των παροχών των
χορηγουµένων παρά του Ι.Κ.Α. Εξαιρετικώς επιτρέπεται η κατάσχεσις µέχρι των δύο πέµπτων
του ποσού των συντάξεων λόγω διατροφής συζύγου, κατιόντων ή ανιόντων.
4. Πάσα παροχή εις χρήµα αχρεωστήτως καταβληθείσα υπό του Ι.Κ.Α. ως και η αξία
των εις είδος τοιούτων, τα της αποτιµήσεως των οποίων θέλει προσδιορίσει Κανονισµός,
επιστρέφονται εντόκως προς 5% αναζητούνται δε κατά τας διατάξεις περί αναγκαστικής
εισπράξεως των καθυστερουµένων εισφορών του Ιδρύµατος.
Συµψηφισµός κατά δόσεις µε τας κατά τον παρόντα νόµον χορηγουµένας παροχάς,
επιτρέπεται µόνον προς απόσβεσιν οφειλής των δικαιούχων προς το Ι.Κ.Α.
Ο δια τον ανωτέρω λόγον συµψηφισµός ενεργείται απ’ ευθείας παρά του Ι.Κ.Α.
5. Εάν ο δικαιούχος οιασδήποτε εκ των παροχών εις χρήµα δηλώση άγνοιαν γραµµάτων,
η προς αυτόν καταβολή ενεργείται εγκύρως, επί υπογραφή εξοφλητικής αποδείξεως παρά δύο
αξιοπίστων κατά την κρίσιν του ενεργούντος την πληρωµήν οργάνων, µαρτύρων,
προτεινοµένων παρά του δικαιούχου και τη επιθέσει του δακτυλικού του αποτυπώµατος.
6. Πάσαι αι εις χρήµα παροχαί του Ι.Κ.Α., πλην της συντάξεως, παραγράφονται µετά 6
µήνας, αφ’ ης κατέστησαν απαιτηταί.
Το δικαίωµα εις σύνταξιν λόγω θανάτου, παραγράφεται µετά παρέλευσιν δύο ετών από της
ηµέρας της γενέσεώς του.
Απαιτηταί δόσεις συντάξεων, µη εισπραχθείσαι εντός έτους από της ηµέρας καθ’ ην
κατέστησαν απαιτητοί, παραγράφονται.
Αι διατάξεις του Αστικού Κώδικος περί βραχυπροθέσµων παραγραφών και προθεσµιών
εφαρµόζονται αναλόγως και επί των αξιώσεων επί των παροχών του παρόντος νόµου.
Πάσα άλλη οιαδήποτε κατά του ΙΚΑ απαίτησις παραγράφεται µετά πενταετίαν.
7. Κανονισµός θέλει ορίσει τον τρόπο αιτήσεως των παροχών, τα της διαπιστώσεως των
απαιτουµένων προϋποθέσεων δια την χορήγησίν των, τον χρόνον πραγµατοποιήσεως αυτών, τα
της µειώσεως και αναστολής αυτών, τα των αρµοδίων όπως αποφασίζουν την απονοµήν των
οργάνων και πάσαν ετέραν σχετικήν λεπτοµέρειαν εντός των πλαισίων και των γενικών
κανόνων των διαγραφοµένων υπό του παρόντος νόµου.
Οι ενδιαφερόµενοι δικαιούνται ν’ αξιώσι παρά των αρµοδίων οργάνων της ασφαλίσεως,
την έκδοσιν εγγράφων ειδικώς ητιολογηµένων αποφάσεων επί των αιτήσεών των προς
ασφαλιστικήν παροχήν.
8. Καθυστερούµεναι ασφαλιστικαί παροχαί οφειλόµεναι εις αποβιώσαντα δικαιούχον
δύνανται να καταβληθώσι κατά σειράν υπό του ΙΚΑ εις την ή τον σύζυγον, τα τέκνα ή τους
γονείς του θανόντος άνευ ευθύνης του ΙΚΑ έναντι τυχόν ετέρων δικαιούχων δυναµένων να
στραφώσι µόνον κατά του λαβόντος.
Προαιρετική συνέχισις της ασφαλίσεως.
Άρθρον 41.
1. Πρόσωπον διατελέσαν ησφαλισµένον παρά τω ΙΚΑ εάν εντός των αµέσως, προ της
τελευταίας ηµέρας εργασίας, πέντε ετών, έχει πραγµατοποιήσει τουλάχιστον πεντακοσίας
ηµέρας εργασίας, δικαιούται δια δηλώσεώς του υποβαλλοµένης προ της παρόδου εξ µηνών από
της τελευταίας ηµέρας εργασίας, να συνεχίση προαιρετικώς την ασφάλισιν εις ένα ή πλείονας
κλάδους, πλην του της ανεργίας.
2. Ο ούτω συνεχίζων την ασφάλισιν υποχρεούται να καταβάλη κατά µήνα ολόκληρον το
ποσόν της εισφοράς ησφαλισµένου και εργοδότου της ασφαλιστικής κλάσεως εις την οποίαν
υπήγετο κατά την ηµέραν της διακοπής της εργασίας του ή εις µιαν των δύο αµέσως κατωτέρων
αυτής ασφαλιστικών κλάσεων. Ο συνεχίζων προαιρετικώς την ασφάλισίν του δεν υποχρεούται
εις καταβολήν εισφορών κατά τον χρόνον λήψεως επιδόµατος ασθενείας.
Καθυστέρησις καταβολής εισφοράς τινος πέραν των τριών µηνών αφ’ ης αύτη κατέστη
απαιτητή συνεπάγεται απώλειαν του δικαιώµατος περαιτέρω προαιρετικής συνεχίσεως της
ασφαλίσεως.
3. Προαιρετική συνέχισις της ασφαλίσεως δεν χωρεί εάν ο ησφαλισµένος, κατά την
υποβολήν της περί συνεχίσεως της ασφαλίσεως δηλώσεως, είναι ανάπηρος κατά την έννοιαν
του παρόντος Νόµου ή συνεπλήρωσε το εν άρθρω 28 παράγρ. 5 όριον ηλικίας.
4. Οι κατά την δηµοσίευσιν του παρόντος συνεχίζοντες προαιρετικώς την ασφάλισιν εις
το Ι.Κ.Α., κατατάσσονται οι µεν άνδρες εις την ΙΙΙ κλάσιν, αι δε γυναίκες εις την ΙΙ.
Προληπτικοί δράσις
Άρθρον 42.
1. Το Ι.Κ.Α. δύναται να λαµβάνη παν µέτρον γενικής ή ειδικής φύσεως, συντελούν εις
την πρόληψιν ασθενειών και ιδία των κοινωνικών τοιούτων, ως και της αναπηρίας, και να
ενισχύη προσπαθείας του Κράτους, των ∆ήµων ή Οργανώσεων τεινούσας εις την ανύψωσιν του
επιπέδου υγιεινής, ιδιαιτέρως δε την ησφαλισµένων, των συνταξιούχων και των µελών της
οικογενείας αυτών.
2. Το Ι.Κ.Α. δύναται να ενισχύση την δράσιν του σώµατος Επιθεωρήσεως Εργασίας
προς διαφύλαξιν της υγείας και σωµατικής ακεραιότητος των ησφαλισµένων.
3. Το ΙΚΑ δύναται να οργανώνη εκθέσεις υγιεινής, να συνιστά και συντηρή µουσεία των
οργάνων και σκευών προλήψεως των ατυχηµάτων εν τη εργασία και επαγγελµατικών νόσων
και να καταβάλη συστηµατικάς προσπαθείας προς εκλαϊκευσιν των γνώσεων υγιεινής και
ανάπτυξιν της προσοχής των ησφαλισµένων προς προφύλαξιν από των κινδύνων των
απειλούντων την ζωήν των, την ακεραιότητά των και την υγείαν των.

4. Κανονισµός θέλει ορίσει τα της εφαρµογής των ανωτέρω διατάξεων.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε τα σχόλια σας εδώ! Παρακαλούμε να είναι ευπρεπή!

Ακολουθήστε μας στα social media

Τα λογιστικά γραφεία που σε προσέχουν!

Πως θα βρείτε το λογιστικό γραφείο στο χάρτη

Χάρτης λογιστικού γραφείου