Βρες στο logistika-grafeia : Φορολογία, Εργασιακά, Ασφαλιστικά, Λογιστικά θέματα

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

ΑΝ1846/51 Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων ( ΦΕΚ 179/ Α /1-8-51) Άρθρον 1-5

  Δεν υπάρχουν σχόλια

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ : Αριθ . 1846/51 Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων ( ΦΕΚ 179/ Α /1-8-51) Άρθρον 1-5


ΕΤΙΚΕΤΕΣ:  ασφαλιση,
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ: ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ: Αριθ. 1846/51 Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων (ΦΕΚ 179/Α/1-8-51) ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
 Τελ.ενημέρωση: 

ΑΝ1846/51 Περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων ( ΦΕΚ 179/ Α /1-8-51)

ΠΑΥΛΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

Λαβόντες υπ’ όψιν την κατά την συνεδρίασιν της 12 Ιουνίου 1951 του Ηµετέρου
Υπουργικού Συµβουλίου ληφθείσαν απόφασιν, περί εκδόσεως λόγω κατεπειγούσης και
αναποφεύκτου ανάγκης, αναγκαστικού νόµου «περί Κοινωνικών Ασφαλίσεως«, απεφασίσαµεν
και διατάσσοµεν:

Εισαγωγική διάταξις.
1. Ο παρών νόµος έχει ως σκοπόν την ασφάλισιν των εν τοις εποµένοις άρθροις 2 – 4
αναφεροµένων προσώπων εις περίπτωσιν ασθενείας, µητρότητος, αναπηρίας, ατυχήµατος,
γήρατος και ανεργίας, ως και των µελών της οικοµενείας αυτών, εν περιπτώσει ασθενείας
τούτων ή θανάτου του προστάτου αυτών ησφαλισµένου.
2. Η δια του παρόντος θεσπιζοµένη ασφάλισις περιλαµβάνει ειδικώτερον τους
ακολούθου κλάδους:
α΄) Τον κλάδον παροχών ασθενείας και µητρότητος εις χρήµα.
β΄) Τον κλάδον παροχών ασθενείας και µητρότητος εις είδος.
γ΄) Τον κλάδον αναπηρίας, γήρατος και θανάτου.
δ΄) Τον κλάδον ανεργίας
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α΄.
Πρόσωπα υπαγόµενα εις την ασφάλισιν.
Άρθρον 2.
1. Εις την ασφάλισιν του παρόντος νόµου υπάγονται υποχρεωτικώς και αυτοδικαίως,
υπό τους εν άρθρω 7 οριζοµένους όρους και προϋποθέσεις.
α΄) Τα πρόσωπα τα οποία εντός των ορίων της χώρας παρέχουν εξηρτηµένην εργασίαν,
έναντι αµοιβής, ως τοιαύτης νοουµένης και της παρεχοµένης δια λογαριασµόν Νοµικών
Προσώπων ∆ηµοσίου ∆ικαίου, αδιαφόρως νοµικής φύσεως (δηµοσίου ή ιδιωτικού δικαίου) της
σχέσεως.
Επί δυσχερούς διακρίσεως εξητηρµένης ή µη εργασίας προσώπου τινός τούτο θεωρείται
υπαγόµενον εις την ασφάλισιν.
ια Κανονισµού θέλουν καθορισθή οι όροι και προϋποθέσεις, υφ’ ας πρόσωπα
παρέχοντα εργασίαν δια λογαριασµόν πλειόνων της µιας επιχειρήσεων ή εκµεταλλεύσεως,
υπάγονται εις την ασφάλισιν του παρόντος νόµου.
β΄) Οι µετέχοντες εις την διοίκησιν επαγγελµατικών σωµατείων των περί ων το εδάφ. α΄
προσώπων ή ενώσεων τοιούτων σωµατείων, εφ’ όσον λαµβάνουν αποζηµίωσιν εκ των
σωµατείων ή των ενώσεων αυτών.
γ΄) Οι µαθητευόµενοι.
δ΄) Οι συνταξιούχο του ∆ηµοσίου και των πάσης φύσεως Οργανισµών Κοινωνικής
Ασφαλίσεως, οι παρέχοντες εργασίαν υπαγοµένην εις τας διατάξεις του εδαφίου α’ ως και το
πάσης φύσεως έκτακτον, ηµεροµίσθιον και επί συµβάσει προσωπικόν του ∆ηµοσίου, εφ’ όσον
ο χρόνος υπηρεσίας τούτου δεν υπολογίζεται δια την απονοµήν συντάξεως παρά του ∆ηµοσίου.
2. Τα περί ων αι διατάξεις της προηγουµένης παραγράφου πρόσωπα συνεχίσουν την
υπαγωγήν των εις την ασφάλισιν του παρόντος και διαρκούντος του χρόνου, καθ’ όν
δικαιωµατικώς ή εκ λόγων ανεξαρτήτων της θελήσεώς των, δεν προσφέρουν εξηρτηµένην
εργασίαν πλην όµως τυγχάνουν εν όλω ή εν µέρει των αποδοχών των παρά του εργοδότου
(άδειαι, στράτευσις).
3. ∆ι’ αποφάσεων του ∆ιοικητικού Συµβουλίου του Ι.Κ.Α. εγκρινοµένων παρά του
Υπουργού Εργασίας και δηµοσιευοµένων δια της Εφηµερίδος της Κυβερνήσεως, δύναται να
υπάγονται εις την ασφάλισιν του παρόντος είτε δι’ άπαντας τους κλάδους είτε δι’ ωρισµένους
µόνον εξ αυτών, οικονοµικώς ασθενείς κατηγορίαι αυτοτελώς εργαζοµένων προσώπων,
στερουµένων επαγγελµατικής στέγης.
Κατά την υπαγωγήν εις την ασφάλισιν τοιούτων κατηγοριών ησφαλισµένων δύναται να
επιβάλλεται δια Β. ∆ιαταγµάτων προκαλουµένων προτάσει των Υπουργών Εσωτερικών και
Εργασίας η υποχρέωσις εφοδιασµού τούτων δι’ αστυνοµικών αδειών ασκήσεως του
επαγγέλµατος, εφ’ όσον δεν απαιτούνται τοιαύται βάσει ισχυουσών ετέρων διατάξεων και
περιοδικής ανανεώσεως αυτών, ως και η απαγόρευσις της εκδόσεως ή ανανεώσεως των εν
λόγω αδειών, εφ’ όσον δεν προσάγεται βεβαίωσις του Ι.Κ.Α. περί εκπληρώσεως των έναντι
τούτου ασφαλιστικών των υποχρεώσεων.
ηµόσιοι υπάλληλοι.
Άρθρον 3.
1. ∆εν υπάγονται εις την ασφάλισιν του παρόντος νόµου τα πρόσωπα τα παρέχοντα είτε
αποκλειστικώς είτε όχι εργασίαν ο χρόνος της οποίας υπολογίζεται ως συντάξιµος κατά τας
διατάξεις της εκάστοτε ισχυούσης δια το ∆ηµόσιον συνταξιοδοτικής νοµοθεσίας.
2. Τα εκ των εν άρθρω 2 του παρόντος αναφεροµένων προσώπων παρέχοντα εργασίαν
δια λογαριασµόν Νοµικών Προσώπων ∆ηµοσίου ∆ικαίου και συνδεόµενα µετά τούτων δια
σχέσεως δηµοσίου δικαίου, εξαιρούνται εκ της παρά τω Ι.Κ.∆. ασφαλίσεως δια τον κλάδον
ανεργίας.
Πρόσωπα εξαιρούµενα της ασφαλίσεως.
Άρθρον 4.
Εκ των άρθρω 2 αναφεροµένων προσώπων δεν υπάγονται εις την ασφάλισιν του
παρόντος:
1. Οι αλλοδαποί, οι προσκαίρως εν Ελλάδι ασχολούµενοι. Ως πρόσκαιρος απασχόλησις
θεωρείται η µη µέλλουσα να διαρκέση εν Ελλάδι τουλάχιστον επί εν έτος. ∆ύναται το αρµόδιον
κατά τον Κανονισµόν όργανον, επί εξαιρετικών περιπτώσεων, να παρατείνη τον χρόνον της µη
ασφαλισίµου απασχολήσεως µέχρι 3 ετών συνόλω.
2. Οι ιερωµένοι, οι ασχολούµενοι εις Ιδρύµατα εν οις τελούνται τα της λατρείας των
διαφόρων θρησκειών.
3. Οι αλλοδαποί, οι ασχολούµενοι εις τας εν Ελλάδι ευρισκοµένας διπλωµατικάς
αντιπροσωπείας ξένων Κρατών και τας εκτάκτους ∆ιεθνείς Επιτροπάς, ως και τα φυσικά
πρόσωπα τ’ απολαύοντα του δικαιώµατος της ετεροδικίας. Τα ως άνω πρόσωπα δύνανται τη
αιτήσει των να ασφαλισθούν εις το Ι.Κ.Α. καταβάλλοντα και την εργοδοτικήν εισφοράν, κατά
τας διατάξεις του Κανονισµού.
Ειδικά Ταµεία
Άρθρον 5.
1. Πάντα τα υφιστάµενα µέχρι της δηµοσιεύσεως του παρόντςο Νόµου, οιαδήποτε
µορφής ταµεία, τα συνεστηµένα επί τη βάσει του Ν. 2868 ή ειδικών νόµων ή του διατάγµατος
της 15 ης Μαΐου 1920 «περί επαγγελµατικών Σωµατείων» και ασφαλίζοντα, είτε αποκλειστικώς
είτε εν µέρει, πρόσωπα εκ των εν άρθρω 2 του παρόντος αναφεροµένων, εξακολουθούν
λειτουργούντα και διεπόµενα υπό των ισχυουσών δι’ έκαστον τούτων διατάξεων. Πάντα τα εις
τοιαύτα Ταµεία κυρίας ασφαλίσεως ασφαλιζόµενα πρόσωπα, απαλάσσονται καθ’ ους κλάδους
είναι ησφαλισµένα παρ’ αυτοίς, της παρά τω Ι.Κ.Α. δια τον αντίστοιχον κλάδον ασφαλίσεως,
αδιαφόρως αν το οικείον Ταµείον χορηγή απάσας ή µέρος µόνον των υπό του αντιστοίχου
κλάδου του Ι.Κ.Α. πραγµατοποιουµένων κατηγοριών παροχών και του ύψους τούτων.
Εάν πρόσωπόν τι εκ των ανωτέρω αναφεροµένων παρέχει, εκτός της εργασίας δι’ ην
ασφαλίζεται εις ειδικόν Ταµείον και δι’ ην ως εκ τούτου εξαιρείται εκ του οικείου κλάδου
ασφαλίσεως του Ι.Κ.Α. και ετέραν εργασίαν εµπίπτουσαν εις τας διατάξεις του άρθρου2 του
παρόντος, µη θεµελιούσαν όµως υποχρέωσιν ασφαλίσεως παρ’ ετέρω Ταµείω, υπάγεται ως
προς ταύτην εις την ασφάλισιν του Ι.Κ.Α.
Τα κατά τα ανωτέρω διατηρούµενα και συνεχίζοντα την λειτουργίαν των ειδικά Ταµεία
κυρίας ασφαλίσεως εάν υπάγωνται εις την αρµοδιότητα του Υπουργείου Εργασίας,
υποχρεούνται πάντως, ανεξαρτήτως προς τα εν παρ. 2 του παρόντος άρθρου οριζόµενα:
Τα µεν ασκούντα ασφάλισιν ασθενείας, όπως χορηγούν από 1 ης Ιανβουαρίου 1952 τας
αυτάς τουλάχιστον καθ’ ύψος, κατηγορίας και έκτασιν παροχάς, προς εκείνας τας οποίας θα
χορηγή εκάστοτε το Ι.Κ.Α. δια των κλάδων του ασθενείας και µητρότητος εις χρήµα και εις
είδος.
Τα δε ασκούντα ασφάλισιν συντάξεων όπως χορηγούν από της αυτής ως άνω
ηµεροµηνίας ως κατώτατα όρια συντάξεων δι’ εκάστην κατηγορίαν δικαιουµένων
(συνταξιούχοι λόγω γήρατος, ατυχήµατος, αναπηρίας και θανάτου), υπολογιζόµενα βάσει του
τεκµαρτού ηµεροµισθίου της 1 ης ασφαλιστικής κλάσεως και του ελαχίστου ορίου ηµερών
εργασίας του απαιτουµένου δια την χορήγησιν της συντάξεως, προσαυξανόµενα δε κατά τας
τυχόν προσαυξήσεις λόγω οικογενειακών βαρών, τας καθοριζοµένας υπό του παρόντος.
Αι διατάξεις του προηγουµένου εδαφίου δεν εφαρµόζονται δια τους υπό των ειδικών ως
άνω Ταµείων συνταξιοδοτουµένους αυτοτελώς εργαζοµένους, ουδέ δια τους µισθωτούς τους
συνταξιοδοτουµένους υπό τούτων εάν οι τελευταίοι ούτοι:
α) ∆εν είχον κατά τον χρόνον της απονοµής της συντάξεως συµπληρώσει προκειµένου
περί αρρένων το 60όν και προκειµένου περί θηλέων το 55ον της ηλικίας των ή
β) ∆εν πληρούν τας προϋποθέσεις συνταξιοδοτήσεως λόγω αναπηρίας του άρθρου 28
παρ. 1 εδ. πρώτον ή
γ) ∆εν πληρούν προκειµένου περί συνταξιούχων λόγω θανάτου τας υπό του άρθρου 28
παρ. 6 οριζοµένας προϋποθέσεις χαρακτηρισµού των ως µελών οικογενείας δικαιουµένων
συντάξεως και τας τοιαύτας της παρ. 6 του άρθρου 29.
Από 1 ης Ιανουαρίου 1952 πάντα τα κατά τα ανωτέρω πρόσωπα (ησφαλισµένοι και
συνταξιούχοι διατηρουµένων ειδικών Ταµείων, κυρίας ασφαλίσεως αρµοδιότητος του
Υπουργείου Εργασίας) δικαιούνται όπως αξιούν παρά των ειδικών Ταµείων των, εφ’ όσον
πληρούν τας ανωτέρω οριζοµένας προϋποθέσεις, τας ως άνω παροχάς, αίτινες θεωρούνται ως
το ελάχιστον όριον της εν τη χώρα εξασφαλιστέας προστασίας παρά των εκ του Υπουργείου
Εργασίας εξαρτωµένων Οργανισµών κυρίας ασφαλίσεως (συντάξεων και ασθενείας). Αι κατά
τα ανωτέρω αξιώσεις θεµελιούνται επί των οικείων διατάξεων του παρόντος και των
Κανονισµών του Ι.Κ.Α., θεωρουµένων αυτοδικαίως και ως διατάξεων της διεπούσης τα οικεία
ειδικά Ταµεία νοµοθεσίας.
Άρνησις χορηγήσεως των ανωτέρω παροχών αποτελεί λόγον υποχρεωτικής παραποµπής
του οικείου ειδικού Ταµείου εις την υπό της παρ. 6 του παρόντος προβλεποµένην Επιτροπήν.
Απαγορεύεται η δηµιουργία επαρκείας των Ειδικών Ταµείων δια την χορήγησιν των ως άνω
παροχών δι’ αναπροσαρµογής ή αυξήσεως των υπέρ αυτών νενοµοθετηµένων κοινωνικών
πόρων ή αυξήσεως των εισφορών των ησφαλισµένων και εργοδοτών πέραν των υπό του
παρόντος νόµου οριζοµένων.
2. Εκ των κατά την προηγουµένην παράγραφον διατηρουµένων Ταµείων κυρίας
ασφαλίσεως αρµοδιότητος του Υπουργείου Εργασίας, συγχωνεύονται εις το Ι.Κ.Α. κατά την
διαδικασίαν του παρόντος άρθρου, τα Ταµεία εκείνα τα οποία λαµβανοµένων υπ’ όψιν του
ύψους των εισφορών των ησφαλισµένων και εργοδοτών, των εκ της περιουσίας προσόδων, του
χρόνου λειτουργίας, των προϋποθέσεων απονοµής παροχών, του ύψους και της εκτάσεως
τούτων και των εξόδων διοικήσεως του υπό κρίσιν Ταµείου αφ’ ενός και του Ι.Κ.Α. αφ’ ετέρου,
δεν δύνανται να παράσχουν κατά την κρίσιν της περί ης ή παρ. 6 του παρόντος Επιτροπής,
ισοδύναµον τουλάχιστον προς την υπό του Ι.Κ.Α. παρεχοµένην ασφαλιστικήν προστασίαν.
3. To Ταµείον Ανεργίας το συσταθέν δια του Α.Ν. 118/45 διαλύεται, συγχωνευόµενον
δυνάµει του παρόντος εις το Ι.Κ.Α., όπερ υπεισέρχεται δια του κλαδου ανεργάις εις το σύνολον
των ενεργητικών και παθητικών του περιουσιακών στοιείων και απαιτήσεων και των πάσης
φύσεως υποχρεώσεων και δικαιωµάτων του, ως καθολικός αυτού διάδοχος.
Η ασφάλισις των παρ’ αυτώ συνεχίζεται υπό του Ι.Κ.Α. συµφώνως προς τας διατάξεις
του παρόντος νόµου.
Η κινητή και ακίνητος περιουσία του Ταµείου Ανεργίας περιέρχεται άπασα, δυνάµει του
παρόντος, εις τον κλάδον Ανεργίας του ΙΚΑ, αι δε υπάρχουσαι υπέρ τούτου µισθώσεις
διατηρούνται υπό του ΙΚΑ.
4. Η οργάνωσις αντιφυµατικής ασφαλίσεως (Ο.Α.Φ.Α.) η συσταθείσα δια του Α.Ν.
19/11/35 διαλύεται, συγχωνευοµένη δυνάµει του παρόντος εις το Ι.Κ.Α., όπερ υπεισέρχεται δια
του κλάδου παροχών ασθενείας και µητρότητος εις είδος, εις το σύνολον των ενεργητικών και
παθητικών της περιουσιακών στοιχείων και απαιτήσεων και των πάσης φύσεως δικαιωµάτων
και υποχρεώσεών της ως καθολικός αυτής διάδοχος.
Η ασφάλισις του κινδύνου της φυµατιώσεως αναλαµβάνεται υπό του Ι.Κ.Α. συµφώνως
προς τας διατάξεις του παρόντος.
Άπασα η κινητή και ακίνητος περιουσία της ΟΑΦΑ περιέρχεται δυνάµει του παρόντος
εις τον κλάδον παροχών ασθενείας και µητρότητος εις είδος, αι δε υπάρχουσα µισθώσεις
διατηρούντα υπέρ του ΙΚΑ.
5. Από της δηµοσιεύσεως του παρόντος Νόµου απαγορεύεται η σύστασις νέων Ταµείων
κυρίας ασφαλίσεως εκτός µόνον τοιούτων προερχοµένων εκ συγχωνεύσεως, δύο ή πλειόνων
οµοειδών λειτουργούντων ήδη Ταµείων. Επιτρέπεται όµως η ίδρυσις Επικουρικών Ταµείων δια
την πραγµατοποίησιν επί πλέον των υπό του παρόντος Νόµου προβλεπόµενων παροχών, εφ’
όσον ο αριθµός των ησφαλισµένων των υπερβαίνει τους χιλίους και δεν θίγονται αι
υποχρεώσεις και τα δικαιώµατα των παρ’ αυτοίς ασφαλιζοµένων προσώπων έναντι του Ι.Κ.Α.
Ως επί πλέον παροχαί θεωρούνται αι είτε κατ’ είδος είτε κατά ποσόν ή κατ’ αµφότερα επί πλέον
των υπό του Ι.Κ.Α. παρεχόµεναι τοιαύται.
ια Β. ∆ιατάγµατος, εφ’ άπαξ εκδοθησοµένου, προτάσει του Υπουργού Εργασίας,
ορισθήσεται η διαδικασία της κατά τα ανωτέρω συγχωνεύσεως δύο ή πλειόνων οµοειδών
Ταµείων Ασφαλίσεως εις ενιαίον ασφαλιστικόν φορέα. Η κατά την υπό του ειρηµένου Β. ∆/τος
ορισθησοµένην διαδικασίαν πραγµάτωσις της συγχωνεύσεως, ενεργείται δι’ ειδικών Β.
ιαταγµάτων εκδιδοµένων, κατά πάσα περίπτωσιν συγχωνεύσεως, προτάσει του υπουργού
Εργασίας, εκτός αν µεταξύ των υπό συγχώνευσιν Ταµείων συγκαταλέγονται και Ταµεία
υπαγόµενα υπό την εποπτείαν ετέρων Υπουργείον, όπότε το ειδικόν ∆ιάταγµα εκδίδεται τη
προτάσει και του αρµοδίου Υπουργείου.
ια των ανωτέρω ειδικών Β. ∆/των καθορίζονται και οι πόροι του ενιαίου Οργανισµού, η
τύχη των µη περιερχοµένων τυχόν εις τούτον πόρων των συγχωνευοµένων Ταµείων, αι
προϋποθέσεις απονοµής των παροχών, η έκτασις ως και το ύψος τούτων, τα της διοικήσεως
αυτού, συνθέσεως των υπηρεσιών του, τα του προσωπικού του εν γένει ως και πάσα ετέρα
συναφής λεπτοµέρεια.
6. Περί της εν παραγράφω 2 συγχωνεύσεως Ταµείου τινός κυρία ασφαλίσεως εις το
Ι.Κ.Α. αποφασίζει Επιτροπή διοριζοµένη υπό του Υπουργού Εργασίας και αποτελουµένη εξ
ενός Συµβούλου της Επικρατείας, οριζοµένου µεθ’ ενός αναπληρωτού του υπό του Προέδρου
του Συµβουλίου Επικρατείας, ως Προέδρου της Επιτροπής, εκ του καθηγητού της
Μαθηµατικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Αθηνών µέλους του παρά τω Υπουργείω Εργασίας
Συµβουλίου Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αναπληρουµένου υπό του εν τω Συµβουλίω τούτω
αναπληρωτού του, εκ του Γενικού ∆ιευθυντού του Υπουργείου Εργασίας αναπληρουµένου υπό
του νοµίµου αναπληρωτού του, εκ του Προέδρου του ∆ιοικητικού Συµβουλίου του Ιδρύµατος
Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αναπληρουµένου υπό µέλος του ∆.Σ. εκ της τάξεως των ειδικών, εκ
του Γενικού ∆ιευθυντού του Ι.Κ.Α. αναπληρουµένου υφ’ ενός ∆ιευθυντού του Ι.Κ.Α. και εκ
δύο αντιπροσώπων των ησφαλισµένων του υπό συγχώνευσιν Ταµείου, εξ ων ο εις µεν ορίζεται
υπό του ∆ιοικητικού Συµβουλίου του εν λόγω Ταµείου, ο δε έτερος υπό της Γενικής
Συνοµοσπονδίας Εργατών Ελλάδος µετά των αναπληρωτών των. Χρέη Εισηγητού παρά τη
Επιτροπή εκτελεί εν εκ των µελών της Επιτροπής οριζόµενον υπό του Προέδρου αυτής. Τον
γραµµατέα της Επιτροπής ορίζει ο Υπουργός Εργασίας εξ υπαλλήλων του Υπουργείου
Εργασίας ή Ασφαλιστικού Οργανισµού. Τα καταβλητέα εις τα µετέχοντα της Επιτροπής
πρόσωπα πραγµατικά έξοδα κινήσεως, δυνάµενα να ορίζωνται και κατ’ αποκοπήν ορίζονται
κατά τας διατάξεις της παραγράφου 8 του άρθρου 48. Εν περιπτώσει αδικαιολογήτου µη
προσελεύσεως µέλους τινός της Επιτροπής εις δύο συνεδριάσεις, δια µεν τα εξ υπαλλήλων µέλη
της Επιτροπής η µη προσέλευσις θεωρείται ως πειθαρχικόν παράπτωµα, δια δε τα λοιπά
αποτελεί λόγον αντικαταστάσεών των.
Εν περιπτώσει µη ορισµού των εν τη Επιτροπή αντιπροσώπων των ησφαλισµένων παρά
του ∆.ΣΑ. του οικείου Ταµείο και παρά της ΓΣΕΕ εντός 15νθηµέρου αφ’ ης ζητηθή τούτο
διορίζει τούτους ο Υπουργός Εργασίας κατ’ οικείαν κρίσιν.
Η Επιτροπή αποφαίνεται επί συγκεκριµένων ερωτηµάτων περί συγχωνεύσεως ωρισµένου
Ταµείου κυρίας ασφαλίσεως εις το Ι.Κ.Α., απευθυνοµένων εις τον Πρόεδρον αυτής παρά του
Υπουργού Εργασίας, είτε αυτεπαγγέλτως, είτε τη αιτήσει του ∆.Σ. ωρισµένου Ταµείου ή της
Γ.Σ.Ε.Ε. ή της οικείας επαγγελµατικής οργανώσεως. Η Επιτροπή προσκαλείται εις συνεδρίασιν
παρά του Υπουργού Εργασίας ή του Προέδρου αυτής, ευρίσκεται εν απαρτία παρόντων 4
τουλάχιστον µελών και εκδίδει ητιολογηµένας αποφάσεις δια πλειοψηφίας τεσσάρων
τουλάχιστον ψήφων.
Η Επιτροπή υποχρεούται όπως υποβάλη την επί εκάστου ερωτήµατος απόφασίν της εις
τον Υπουργόν Εργασίας εντός τριών το πολύ µηνών από της λήψεως του σχετικού ερωτήµατος.
Ο Πρόεδρος της Επιτροπής δύναται να ζητή την υποβολήν αυτώ παντός στοιχείου όπερ ήθελε
κρίνει αναγκαίον δια την µόρφωσιν γνώµης, τόσον παρά των υπηρεσιών του Υπουργείου
Εργασίας όσον και παρά των υπηρεσιών του υπό κρίσιν Ταµείου και του Ι.Κ.Α., ως και την
εκτέλεσιν πάσης σχετιζοµένης µε το έργον της Επιτροπής µελέτης ή ετέρας εργασίας.
Εν περιπτώσει καθ’ ην η Επιτροπή ήθελεν αποφανθή υπέρ της συγχωνεύσεως του
οικείου Ταµείου εις το Ι.Κ.Α., εκδίδεται βάσει της αποφάσεως αυτής, εισηγήσει τουΥπουργού
Εργασίας, υποβαλλοµένη εις το Υπουργικόν Συµβούλιον εντός µηνός από της ανακοινώσεως
της αποφάσεως της Επιτροπής, Β. ∆ιάταγµα, προτάσει του Υπουργικού Συµβουλίου, περί
συγχωνεύσεως του οικείου Ταµείου εις το Ι.Κ.Α.
Από της δηµοσιεύσεως του ∆ιατάγµατος τούτο το υπό κρίσιν Ταµείον διαλύεται
συγχωνευόµενον εις το Ι.Κ.Α., όπερ υπεισέρχεται δια του οικείου ή των οικείων του κλάδων εις
το σύνολον των ενεργητικών και παθητικών του περιουσιακών στοιχείων και απαιτήσεων, ως
και των πάσης φύσεως δικαιωµάτων του και υποχρεώσεων. Τα παρ’ αυτώ ησφαλισµένα
πρόσωπα συνεχίζουσι την ασφάλισιν παρά τω Ι.Κ.Α., εφαρµοζοµένων εφεξής των διατάξεων
της διεπούσης το Ι.Κ.Α. νοµοθεσίας, υπό τους εν τω παρόντι νόµω οριζοµένους ειδικούς όρους.
Αι εν τη ασφαλίσει του συγχωνευοµένου Ταµείου πραγµατοποιηθείσαι ηµέραι εργασίας
λογίζονται πάντως ως πραγµατοποιηθείσαι εις την ασφάλισιν του ΙΚΑ δια την απόκτησιν των
υπό τούτου προβλεποµένων δικαιωµάτων προς παροχάς και εις κλάσεις ορισθησοµένας δι’
αποφάσεως του ∆.Σ. του Γ.Κ.Α.
Ο χρόνος της πλασµατικής παρά τω συγχωνευοµένω Ταµείω συνταξίµου υπηρεσίας των
ησφαλισµένων του εφ’ όσον ανεγνωρίσθη και εξηγοράσθη κατά τας διατάξεις της διεπούσης
αυτό νοµοθεσίας, υπολογίζεται ως χρόνος πραγµατικής ασφαλίσεως και παρά τω ΙΚΑ, υπό τον
όρον πάντως ότι δεν ελήφθη υπ’ όψιν δια την απονοµήν ετέρας συντάξεως παρ’ Οργανισµού
τινος κυρίας ασφαλίσεως ή παρά του ∆ηµοσίου. ∆ι’ ειδικού Κανονισµού καθορισθήσονται τα
της εξαγοράς αναγνωρισθείσης αλλά µήπω εξαγορασθείσης εν όλων ή εν µέρει παρά των
συγχωνευοµένω Ταµείω συνταξίµου υπηρεσίας.
7. Καθ’ απάσας τας περιπτώσεις συγχωνεύσεως ασφαλιστικού τινος Οργανισµού εις το
ΚΑ κατ’ εφαρµογήν των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δύναται κατόπιν αποφάσεως του
.Σ. του Ι.Κ.Α. και κατά τα δια ταύτης ειδικώτερον εκάστοτε οριζόµενα, να διατηρούνται εν
λειτουργία εν όλων ή εν µέρει αι υπηρεσίαι του συγχωνευθέντος Ταµείου ή Οργανισµού
υπαγόµεναι πάντως υπό την ∆ιοίκησιν του Ι.Κ.Α. ∆ιαρκούσης της µεταβατικής ταύτης
περιόδου, ήτις δεν δύναται να υπερβή το εξάµηνον, το προσωπικόν του συγχωνευθέντος
Ταµείου ή Οργανισµού εξακολουθεί λαµβάνον παρά του Ι.Κ.Α. τας ας ελάµβανε κατά τον
χρόνον της συγχωνεύσεως αποδοχάς µέχρις εκκαθαρίσεως της θέσεώς του κατά τα εν άρθρω 55
οριζόµενα
8. Προκειµένου περί ασφαλιστικών Οργανισµών περιλαµβανόντων και κλάδον προνοίας
(εφ’ άπαξ παροχαί), ή κατά τας διατάξεις του παρόντος άρθρου συγχώνευσις αυτών εις το
Ι.Κ.Α. δύναται να περιορίζεται εις τους λοιπούς, πλην τούτου, κλάδους ασφαλίσεως. Επί
µερικής κατά τ’ ανωτέρω συγχωνεύσεως το περί ταύτης Β. ∆/µα καθορίζει, εφ’ όσον δεν
τηρούνται χωριστοί λ/σµοί, την περιερχοµένην εις το Ι.Κ.Α. περιουσίαν και τον αριθµόν και την
κατά βαθµούς σύνθεσιν των διατηρουµένων θέσεων. Το ∆.Σ. του ούτω µερικώς
συγχωνευοµένου Οργανισµού εντάσσει εις τας διατηρουµένας οργανικάς θέσεις ανάλογον εκ
του συνολικού προσωπικού του αριθµόν υπαλλήλων και υπηρετών εντός διµήνου προθεσµίας
από της εκδόσεως του περί συγχωνεύσεως Β. ∆/τος, του υπολοίπου προσωπικού του
διεποµένου υπό των διατάξεων του παρόντος Νόµου των αφορωσών τα του προσωπικού των
συγχωνευοµένων εις το ΙΚΑ Οργανισµών Κοινωνικής Ασφαλίσεως.
9. Οσάκις εις το συγχωνευόµενον κατά τα ανωτέρω εις το ΙΚΑ Ταµείον ασφαλίζονται εν
µέρει και πρόσωπα µη υπαγόµενα εις τας διατάξεις του παρόντος, ταύτα συνεχίζουν την
ασφάλισίν των εις τινα ή πλείονας εκ των εν τη χώρα λειτουργούντων Ασφαλιστικών
Οργανισµών οριζοµένων δια του περί συγχωνεύσεως ∆ιατάγµατος, µεταξύ των οργανισµών
των καλυπτοµένων αναλόγους ή τας µάλλον οµοειδείς κατηγορίας εργαζοµένων. Εις τας
περιπτώσεις ταύτας δια του ∆ιατάγµατος ορίζεται και η κατανοµή της περιουσίας του
συγχωνευοµένου Ταµείου εις το ΙΚΑ και τους ανωτέρω Οργανισµούς, ως και αι αναλογίαι του
Προσωπικού του συγχωνευοµένου Ταµείου, το οποίον θα δύναται να ενταχθή εις τούτους ή να
µεταταχθή εις το Ι.Κ.Α., κατ’ εφαρµογήν των διατάξεων του άρθρου 55 του παρόντος. Τα κατά
τ’ ανωτέρω πρόσωπα δύνανται αντί της υπαγωγής των εις έτερον Ταµείον να συνεχίσωσι
προαιρετικώς την ασφάλισίν των παρά τω Ι.Κ.Α. κατά τας διατάξεις ειδικού Κανονισµού.
10. ∆ιατάξεις της διεπούσης τα συγχωνευόµενα εις το Ι.Κ.Α. Ταµεία Νοµοθεσίας, άσχετοι
προς την υπό τούτων ασκουµένην ασφάλισιν (επαγγελµατική κατοχύρωσις κ.λπ.),
εξακολουθούν ισχύουσαι και µετά την δηµοσίευσιν του ειδικού περί συγχωνεύσεως
διατάγµατος, του Ι.Κ.Α. υπεισερχοµένου εις τας αρµοδιότητας του συγχωνευοµένου Ταµείου,

εκτός αν άλλως ορίζεται εν τω παρόντι νόµω.

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Γράψτε τα σχόλια σας εδώ! Παρακαλούμε να είναι ευπρεπή!

Ακολουθήστε μας στα social media

Τα λογιστικά γραφεία που σε προσέχουν!

Πως θα βρείτε το λογιστικό γραφείο στο χάρτη

Χάρτης λογιστικού γραφείου